savethegame.gr

Split Fiction | Review

Παιχνιδάρα χωρίς φανFares!

Η ομάδα του Josef Fares μονοπωλεί στο co-op gaming και αντί να ψάξει τρόπο να το εκμεταλλευτεί, συνεχίζει με απόλυτη ρομαντικότητα να προσπαθεί να κάνει το επόμενο βήμα, με την κορύφωση των προσπαθειών τους να συναντάται στο It Takes Two, το κορυφαίο video game του 2021. Θυμάμαι μέχρι σήμερα την περιπέτεια επανένωσης του Cody και της May με απόλυτη τρυφερότητα, αφενός γιατί ήταν ένα άκρως διασκεδαστικό co-op video game με φρεσκάδα και καινοτομίες σε κάθε πίστα του, και αφετέρου χάρις στις καταπληκτικές αναμνήσεις και τα γέλια που άφησε σε μένα και τον αδερφικό μου φίλο, Γιώργο Δρίτσα, πολεμώντας τους στρατούς σφηκών και σκίουρων στην κουφάλα ενός δέντρου ή βασανίζοντας το λούτρινο ελεφαντάκι της κόρης των δύο πρωταγωνιστών.

Όταν δώσαμε το δικό μας SAVE THE GAME-ικό GOTY στη Hazelight είχαμε την τιμή να μας επιστραφεί ένα βιντεοσκοπημένο μήνυμα από τον Josef Fares, μέσα από το οποίο μας ευχαριστούσε για τη διάκριση. Αυτό που ταλάνιζε τις σκέψεις μας ωστόσο ήταν τα τελευταία του λόγια, που με μία προκλητικά ενδιαφέρουσα έπαρση μας προσκαλούσε να ενθουσιαστούμε για το επόμενό τους project: «Απλά περιμένετε να δείτε τι ετοιμάζουμε για τη συνέχεια». Μία τριετία αργότερα, στεκόμαστε πανευτυχείς μπροστά σε αυτή τη «συνέχεια», στο Split Fiction, που όχι μόνο άξιζε την αναμονή, αλλά μας γεμίζει και με ελπίδα πως όσο υπάρχει η Hazelight αυτό το κενό στην αγορά θα υπερκαλύπτεται.

SISTERS: A TALE OF TWO WRITERS

Η plot συνταγή για την ομάδα από τη Σουηδία είναι πια γνωστή: δύο αρχικά μη συμβατές χαρακτήρες μπλέκουν σε μία πρωτόγνωρη για τις ίδιες κατάσταση και πρέπει, θέλοντας και μη, να αλληλοβοηθηθούν για να ξεφύγουν από αυτή. Στο Split Fiction αυτούς τους ρόλους παίρνουν οι Mio και Zoe, δύο συγγραφείς sci-fi και σκέτο fi ιστοριών αντίστοιχα, που επισκέπτονται τον εκδοτικό οίκο Rader, προσδοκώντας ότι τα γραπτά τους θα χρηματοδοτηθούν και θα δημοσιευθούν υπό μία τόσο μεγάλη ταμπέλα. Παίρνουμε από νωρίς το κοντράστ που χρειαζόμαστε, όχι μόνο λόγω της αντίθετης φύσης των μυθοπλασιών τους, αλλά και χάρις στην εκ διαμέτρου διαφορετική προσωπικότητα των δύο. Η μεν είναι εσωστρεφής και σοβαρή και η δε φαίνεται σαφώς πιο κοινωνική και διαχυτική σε κινήσεις και λέξεις.

Αυτό που πηγαίνει στραβά και σηματοδοτεί την έναρξη του playable κομματιού είναι ότι η Mio προβληματίζεται από την απόρρητη Animus-τύπου διαδικασία που ακολουθεί ο publisher υπό συζήτηση, αφού αντί να αξιολογήσει τα πνευματικά τους έργα, τοποθετεί τους ίδιους τους writers στη μπούμπλα της φαντασίας τους όπου και εξομοιώνονται όλες τους οι ιστορίες. Έτσι οι δύο κεντρικοί χαρακτήρες καταλήγουν μαζί σε μία ανωμαλία εικονικών πραγματικοτήτων και βιώνουν μία-μία τις διάφορες φαντασίες από τις οποίες πέρασε η σκέψη τους ως οραματίστριες βιβλίων επιστημονικής φαντασίας και fantasy σκηνικών. Και επειδή ο κ. Rader δεν έχει κανέναν ηθικό φραγμό, ψάχνει τρόπο να διασφαλίσει την ασφάλεια της τεχνολογίας του και να αποσπάσει για λογαριασμό της εταιρείας του τις ιστορίες των δύο, αντί να νοιαστεί έστω και λίγο για τους δύο ανθρώπους που έχει pretty much απαγάγει.

Όλοι οι έκπαγλοι κόσμοι που επισκεπτόμαστε κατά τη διάρκεια του Split Fiction, λοιπόν, προέρχονται από κάτι που κάποτε σκέφτηκαν οι Mio και Zoe και δοκίμασαν να εντάξουν στις δημιουργίες τους. Η φαντασία της Mio, ας πούμε, βρίσκει τις δύο πρωταγωνίστριες να είναι μπλεγμένες σε ένα TRON/Blade Runner/Cyberpunk/προηγμένης τεχνολογίας κυνήγι, στημένο σε πολύ εξελιγμένες μητροπόλεις του μέλλοντος, όπου κυριαρχούν τα ρομπότ, οι neon φωτισμοί και η νανο-τεχνολογία. Αντίστοιχα, το μυαλό της Zoe ταξίδευε σε πιο φαντασιακά παραμύθια, όπου οι ιππότες, η μαγεία και τα τρολ βρίσκονται στο επίκεντρο, ενώ με λίγη νεραϊδόσκονη και πίστη όλα είναι δυνατά. Οπότε αυτό που έχουν να χωρίσουν αυτή τη φορά οι δύο πρωταγωνιστικές χαρακτήρες δεν είναι μία προσωπική σχέση, παρά μία ιδεολογική αντίληψη για τα έργα τους και τον τρόπο ζωής τους. Και το σενάριο του Split Fiction τους δίνει τον κατάλληλο χρόνο που χρειάζονται για να μεταβούν σταδιακά από την άρνηση και την κριτική προς το απέναντι έργο και τον απέναντι άνθρωπο, στην αποδοχή και τον θαυμασμό των όσων πρεσβεύουν οι εικόνες και τα γεγονότα που σχεδίαζε η καθεμιά να συμβούν.

Όσο περνάει η ώρα, η ιστορία του Split Fiction αρχίζει να γίνεται πιο βαριά. Από τη στιγμή που τέμνονται τα κίνητρα των Mio και Zoe, και ακόμα περισσότερο μόλις φτάσουν να καταλαβαίνουν τι καθρεφτίζουν όλες οι ζωντανεμένες σκέψεις τους, το Split Fiction εξάγει μία πολύ όμορφη κατανόηση και έντονη συγκίνηση. Γιατί όλα αυτά τα μισο-τελειωμένα σενάρια αντικατοπτρίζουν μία δική τους αλήθεια, μία αγαπημένη τους στιγμή, ένα όνειρο ή και ένα βαθύ τραύμα, το πώς βλέπουν τον πραγματικό κόσμο και πώς θα ήθελαν να τον δουν να αλλάζει. Οπότε η σοβαρότητά του είναι διακριτά ανεβασμένη σε σχέση με το It Takes Two, παρ’ όλα αυτά διατηρεί το ίδιο σχετικά επιφανειακό επίπεδο γραφής του, άρα και εξακολουθεί να θυμίζει ολιγοσέλιδο μυθιστόρημα με πολλές φωτογραφίες και τεράστια γράμματα.

A WAY OUT OF MONOTONY

Εμείς από τη μεριά μας καλούμαστε να γράψουμε τη δική μας ιστορία ελέγχοντας τις Mio και Zoe σε ακόμα ένα Hazelight παιχνίδι που προορίζεται αυστηρά για δύο παίκτες και δεν μπορεί να παιχτεί αλλιώς. Η συνεργασία συνεχίζει να είναι η καρδιά και του Split Fiction, και οι διαρκώς ανανεώσιμοι μηχανισμοί του είναι αυτοί που προσπαθούν να την κρατήσουν σε ταχυπαλμία. Οι ομοιότητες με το It Takes Two είναι εξαρχής φανερές και έχουν να κάνουν με τα βασικά κουμπιά χειρισμού, αλλά και με την ενέργεια που εκπέμπει ο τίτλος, για αυτό και θα ακολουθήσουν αρκετές συγκρίσεις. Κατά τα άλλα, δεν είναι η άμεση θεματική συνέχεια, δεν είναι sequel, είναι απλά το επόμενο στάδιο ενός τρόπου παιχνιδιού που έχει κατακτήσει προ πολλού το στούντιο.

Ο περισσότερος κόσμος ξεχώρισε στο It Takes Two το ότι έβρισκε τρόπους να επαναπροσδιορίζει το gameplay από level σε level, διατηρώντας μονάχα το platforming ως σταθερά. Αυτό επιτυγχάνεται ακόμα εμφανέστερα στο Split Fiction, εφόσον τα gameplay mechanics που δίνονται τους παίκτες οδηγούνται από μόνα τους στη θεμιτή επανεφεύρεση, ενώ ο συνδυασμός τους αποτελεί την απόλυτη έκφραση δημιουργικότητας του Josef Fares και των συνεργατών του. Τη μία στιγμή βρισκόμαστε στην πραγματικότητα της Mio και είμαστε ντυμένοι σαν cyber ninjas, εκμεταλλευόμαστε τη βαρύτητα, πυροβολούμε με laser guns και βουτάμε στα κενά του διαστήματος, και σε μία άλλη στιγμή βρισκόμασταν να μεταμορφωνόμαστε σε θρυλικά πλάσματα, και να χειριζόμαστε ολόκληρη τη φύση για να προχωρήσουμε πιο βαθιά σε ένα επίπεδο.

Είναι θαυμάσιο το πόσο επιμελώς παραλλάσσει το gameplay του το Split Fiction, δίνοντας μάλιστα σε κάθε νέο mechanic primary και secondary λειτουργία, αλλά και επιτρέποντάς του να αναβαθμιστεί mid-level. Για παράδειγμα, όπως μας έδειξε ένα από τα πρώτα trailers του παιχνιδιού, σε μία fantasy σεκάνς ξεκινάμε κρατώντας δύο αυγουλάκια, αυτά στην πορεία γεννούν μικρά δρακάκια που πετούν ή σκαρφαλώνουν, αργότερα γίνονται μεγάλοι δράκοι που ξερνούν οξύ ή συνθλίβουν κρυστάλλους και στο τέλος γίνονται ΔΡΑΚΑΡΟΙ που σκίζουν τους ανέμους. Κι όλη αυτή η ενθουσιαστική εξέλιξη ενός εργαλείου συμβαίνει μέσα σε ένα κεφάλαιο, αφού η gameplay-ακή μεταπήδηση γίνεται ακόμα πιο προφανής και αξιοθαύμαστη όταν ολοκληρώνουμε ένα σεβαστό κομμάτι του παιχνιδιού.

Στο Split Fiction κάναμε τα πάντα. Τρέξαμε, χοροπηδήξαμε, κρεμαστήκαμε, κάναμε ελεύθερες πτώσεις, οδηγήσαμε μηχανές και διαστημόπλοια, πυροβολήσαμε, λύσαμε γρίφους. Αλλά γίναμε και λουκάνικα, δοντάκια, καρέκλες, ζώα, ασπρόμαυρες καρικατούρες και ηρωίδες, κάναμε Leap of Faith και ανάψαμε Bonfire. Στο μεταξύ το ίδιο το παιχνίδι και η διαχωρισμένη οθόνη φρόντιζε να συμβαδίζει με 3D προς 2D εναλλαγές, τρελές οπτικές γωνίες και διαφορετικές τοποθετήσεις της περιστρεφόμενης κάμερας, όπως και με πολύ ευρηματικούς τρόπους προσωρινής ένωσης των πλάνων. Και είναι ακραίο που όλη αυτή η multi-genre και multi-perspective διασκέδαση φροντίζει να έχει πάντα tight controls και να λειτουργεί τόσο αυτόνομα όσο και συνδετικά. Για να είμαι ωστόσο ειλικρινής με εσάς και με τον εαυτό μου, ίσως προτιμούσα περισσότερο τη συχνότητα αλλαγής της ροής στο It Takes Two, το οποίο στοιχημάτιζε μονίμως με τον κορεσμό των gimmicks του και πάντα νικούσε. Στο Split Fiction ένιωσα ότι κάποια τμήματα διήρκησαν περισσότερο από το επιθυμητό.

Τα side stories ήταν αυτά που πρόσφεραν διαλείμματα από την κάθε νέα gameplay λογική. Αυτές οι πιο σύντομες εξορμήσεις στην αντίπερα κατηγορία ιστοριών ήταν ευχάριστα πιο απρόβλεπτες. Εννοείται πως και αυτές περιστρέφονται ξανά γύρω από τη συνεργασία ανάμεσα στους δύο παίκτες. Η Hazelight είχε καταπληκτικές ιδέες σε ό,τι έχει να κάνει με τα διαφόρων απαιτήσεων puzzles, ζητώντας μας για ακόμα μία φορά να προσαρμοστούμε στους νέους μηχανισμούς και να σκεφτούμε, να αντιδράσουμε και να πράξουμε σαν ένα μυαλό. Σαν δύο ανθρώπινα πόδια, το co-op σύστημα του Split Fiction ζητά να το ένα πόδι να πατά μετά το άλλο. Έχει μάλιστα πολύ ενδιαφέρον να παρατηρείς και στη διπλανή οθόνη για να καταλαβαίνεις τι χρειάζεται ο συμπαίκτης σου και πώς αυτός βλέπει την εκάστοτε διαδικασία προόδου.

Δεν υπάρχει φυσικά πολύ περιθώριο χαζέματος ή παρατήρησης του δίπλα, γιατί ο ρυθμός του Split Fiction είναι πέρα για πέρα ξέφρενος. Κόντρα στο It Takes Two, που είχε αρκετό χρόνο για χάσιμο και επιπλέον δραστηριότητες -θέλουμε πίσω τα mini games- το Split Fiction μας σπρώχνει συνέχεια προς το επόμενο μεγάλο set piece. Παρότι τα γεγονότα του υποτίθεται πως διαδραματίζονται σε διαφορετικές ιστορίες, όλο το Split Fiction διαθέτει έναν ever-collapsing κόσμο, όπου τα πάντα γκρεμίζονται, τα πάντα εκρήγνυνται, και δεν χωράει αμφιβολία πως όλο αυτό το μεγαλειώδες οπτικοακουστικό υπερθέαμα οφείλεται στο ότι δαπανήθηκαν πολλαπλάσιοι χρόνοι και πόροι σε στοιχεία εντυπωσιασμού. Άλλο σκέλος, άλλες δυνατότητες, άλλα επίπεδα πρόσφυσης. Από σκούπες και παιδότοπους στο It Takes Two, φτάσαμε να βλέπουμε έναν dying sun να εκτοξεύει την ενεργειακή μάζα του σε ένα Dune περιβάλλον, και εμείς να πρέπει βγούμε ζωντανοί μέσα από αυτό τον όλεθρο. Για αυτό και θα σας προειδοποιήσω: διαλέξετε προσεκτικά τον co-op partner σας για το Split Fiction.

IT TAKES TWO TO ENJOY

Κακά τα ψέματα, μεγάλο μέρος της απόλαυσης που θα βρείτε ή θα στερηθείτε στα παιχνίδια της Hazelight έχει να κάνει και με το άτομο που σας συνοδεύει σε αυτά. Είμαι πολύ τυχερός γιατί στον Γιώργο της εισαγωγής οφείλω ένα τεράστιο ποσοστό των τρομερών αναμνήσεων από το It Takes Two, και σε αυτόν χρωστάω τον εξίσου υπέροχο χρόνο μας με το Split Fiction. Ήταν τεράστια υπόθεση για εμένα το ότι στην άλλη μεριά του split-screen βρισκόταν ένα άτομο που παίζει και αντιλαμβάνεται τα games βαθύτερα, που ξεψαχνίζει τα levels με όρεξη και περιέργεια, όπως και ότι είναι αρκετά ικανός και εύστροφος ώστε να βρίσκουμε μαζί και πολύ γρήγορα απαντήσεις στα συνεχή ερωτήματα που θέτει το Split Fiction. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μάλλιασε η γλώσσα του Dr. Hakim στο προηγούμενο παιχνίδι: C-O-L-L-A-B-O-R-A-T-I-O-N! Και οι δύο παίκτες χρειάζεται να βρίσκονται σε εγρήγορση, να μαθαίνουν και να καταλαβαίνουν τι είναι ικανοί να προσφέρουν και τι να περιμένουν από τον co-op buddy τους. Και όντας πραγματικό co-op game με όλη την έννοια του όρου, ποτέ κανείς δεν είναι συνοδηγός. Και οι δύο παίκτες βρίσκονται στο τιμόνι και έχουν σπασμένα φρένα.

Σχολιάζοντας αυτά που βλέπαμε επί τόπου με τον Γιώργο, παρατηρήσαμε ότι στο Split Fiction όλα αυτά τα πειράματα και οι στιγμιαίες gameplay επιλογές δεν αλληλοσυμπληρώνονταν τόσο αυτή τη φορά. Το παιχνίδι αφήνει μερικώς το πολυδιαφημισμένο πάντρεμα του story με τα mechanics, και υιοθετεί εν μέρει το πάντρεμα του story με την περιβαλλοντική αφήγηση και το υπερφιλόδοξο world design της υπεραυξημένης τεχνικής επιμέλειας. Για αυτό και το κόψιμο της οθόνης στη μέση βγάζει περισσότερο νόημα από ποτέ. Προς το τέλος του παιχνιδιού κάναμε τη σούμα και ήμασταν βέβαιοι πως οι 2-player σκέψεις μας και οι συνδυαστικές μας αποφάσεις ίσως δεν ξεπέρασαν σε αριθμό αυτών του It Takes Two, αλλά είχαν σίγουρα μεγαλύτερη φαντασία. Στο κάτω-κάτω είπαμε, το Split Fiction από 3D platformer ενδέχεται να γίνει 2D metroidvania, στην πορεία να μετατραπεί σε third-person shooter, να κατευνάσει λίγο την έντασή του γινόμενο cozy game, και να ανοίξει πύλη προς ένα νέο επίπεδο μέσα από ένα arcade racing/flying κυνηγητό από και προς την κάμερα. Οπότε χαίρομαι διπλά που σε όλο αυτό το spectacle και στις δοκιμασίες του, είχα τον Γιώργο να απλοποιεί τα πράγματα, να δημιουργεί ενδιαφέρουσες θεωρίες για την πορεία και να κάνει το γέλιο ξεκάρδισμα.

PEAK FICTION

Είμαι λίγο επιφυλακτικός στο τι παραπάνω να σας πω και τις να σας δείξω στις εικόνες γιατί αλήθεια θέλω να σας προστατεύσω. Ειδικά στο δεύτερο μισό του παιχνιδιού, όπου το Split Fiction παίρνει τα πάνω του σε κάθε τομέα και αρχίζουν να σπάνε οι περιορισμοί του, θα δείτε πράγματα που δεν έχετε ξαναδεί σε video game. Θα κάνετε πράγματα που δεν έχετε φανταστεί πως είναι δυνατά σε ένα split-screen co-op game. Οπότε το αποτέλεσμα δείχνει πως όχι μόνο κάτι τέτοιο είναι επιτεύξιμο από ένα τόσο ταλαντούχο στούντιο όπως η Hazelight, αλλά και ότι ενδεχομένως να υπάρχουν ακόμα περισσότερες ιδέες που θα μας πιάσουν απροετοίμαστους στο μέλλον. Ήταν πολλές οι περιπτώσεις που αναρωτιόμασταν έκπληκτοι τι βλέπαμε μπροστά μας.

Και για να αποστασιοποιηθούμε και λιγάκι από το ίδιο το εξαιρετικό αυτό παιχνίδι, να πω ότι αυτό που με αφήνει έκπληκτο στην περίπτωση του Split Fiction, είναι το πώς το ίδιο και η Hazelight Studios παραμένουν μη υποκείμενα στην εξουσία της EA. Σε μία εποχή που κάθε δημιουργός και κάθε εκδότης παιχνιδιών στοχεύει στη μεγιστοποίηση του κέρδους με κάθε βέβηλο live-service τρόπο -κάτι που παρουσιάζεται και εντός του παιχνιδιού έμμεσα- ο Josef Fares και η ομάδα του αναζητούν την καινοτομία σε έναν χώρο που ειλικρινά έχουν πάρει στις πλάτες τους. Το Split Fiction δεν είναι μόνο ένα φανταστικό παιχνίδι, αλλά και ένα τρομερά βολικό και φιλικό προς τον καταναλωτή παιχνίδι, εφόσον το friend pass και το cross-play ανοίγουν δρόμους που άλλα παιχνίδια εσκεμμένα εμποδίζουν.

Για αυτό, και για πολλούς ακόμη λόγους, δώστε του Game Award, δώστε του BAFTA, δώστε του Emmy, δώστε του και Osc- ωπ, να μην ξεχνιόμαστε: F**k the Oscars!


Ευχαριστούμε πολύ την Bandai Namco Hellas για την παροχή του review copy!

9
Το Split Fiction είναι ακόμα μία υποδειγματική co-op επιτυχία για τη Hazelight. Είναι ένα παιχνίδι γεμάτο φαντασία, καινοτόμες ιδέες και με πολλαπλάσια φιλοδοξία από το It Takes Two, που ήταν ήδη εξαιρετικό.