Με το Onimusha προγραμματισμένο να αποκτήσει μια νέα προσθήκη το 2026, 20 χρόνια μετά την κυκλοφορία του τελευταίου παιχνιδιού στην σειρά, δεν υπάρχει καλύτερη στιγμή για να κυκλοφορήσει ένα remaster ενός από τους παλαιότερους κλασικούς τίτλους. Τόσο ως ορεκτικό για τους βετεράνους όσο και ως τρόπος για τους ενδιαφερόμενους να ρίξουν μια ματιά στο λιγότερο γνωστό franchise της Capcom.
Το remaster του Onimusha 2: Samurai’s Destiny είναι ένα πολύ ευπρόσδεκτο ταξίδι στο παρελθόν, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Το ταξίδι του Jubei στην Ιαπωνία με σκοπό να σταματήσει τον Nobunaga Oda από το να λεηλατήσει τη χώρα με τον δαιμονικό στρατό του, έχει λάβει πολλές αναβαθμίσεις σε σύγκριση με την αρχική κυκλοφορία του το 2002. Ωστόσο, είναι αναμφισβήτητο ότι η προσέγγιση της Capcom στοχεύει σχολαστικά στη διατήρηση της πρωτότυπης εμπειρίας παρά στην αλλοίωσή της.

Βέβαια, έχουν γίνει κάποιες σημαντικές αλλαγές που βελτιώνουν και ενισχύουν την εμπειρία. Καταρχάς, αυτή τη φορά δεν περιοριζόμαστε σε tank controls και μπορούμε ελεύθερα να ελέγξουμε τον Jubei με το analog stick, κάτι που όποιος έχει παίξει το πρωτότυπο ή άλλα παλαιότερα παιχνίδια της Capcom θα εκτιμήσει αμέσως. Επιπλέον, στο πρωτότυπο, η μετατροπή στην ομότιτλη μορφή του Onimusha ήταν αυτόματη κάθε φορά που συλλέγαμε 5 μωβ orbs και έτσι αφηνόμασταν στην τύχη ως προς την χρήση της. Πλέον λειτουργεί σαν Devil Trigger από το Devil May Cry, μια σειρά που οφείλει την ύπαρξη των στυλάτων combo της σε ένα bug του πρώτου Onimusha παρεμπίπτοντος, και μπορεί να ενεργοποιηθεί κατά βούληση όταν πληρούνται οι ίδιες συνθήκες. Αυτές οι αλλαγές άμεσα δίνουν στον παίκτη περισσότερο έλεγχο στη μάχη και τη ροή της, η οποία είναι η κύρια γοητεία ενός παιχνιδιού δράσης όπως το Onimusha.
Εξίσου σημαντικό να σημειωθούν είναι μερικές αλλαγές που εξοικονομούν χρόνο και γενικότερα βελτιώνουν την εμπειρία. Η πρώτη είναι η προσθήκη ενός auto-save συστήματος που περιλαμβάνεται στο remaster και η δεύτερη είναι η δυνατότητα εναλλαγής μεταξύ όπλων χωρίς να χρειάζεται να σταματήσουμε την δράση για να ανοίξουμε κάποιο μενού. Ειδικά η τελευταία αλλαγή είναι ιδιαίτερα χρήσιμη καθώς στοχεύει να μετριάσει τυχόν διακοπές στη μάχη και να κάνει την εμπειρία ακόμα πιο ομαλή.

Πέρα από αυτές τις διαφορές, το gameplay παραμένει όπως ήταν στο PS2, κάτι που δεν είναι καθόλου κακό απαραίτητα. Υπάρχουν περιστασιακές στιγμές όπου η κάμερα, λόγω των fixed camera angles που χρησιμοποιεί το παιχνίδι, μπορεί να είναι λίγο ενοχλητική ή να έχει περιορισμένο επίπεδο, αλλά ως επί το πλείστον το παιχνίδι δεν έχει παλιώσει τρομερά. Τα controls παραμένουν συντριπτικά responsive και τα Critical Attacks, ισχυρές αποκρούσεις που εκτελούνται λίγο πριν κάποια επίθεση χτυπήσει τον Jubei, εξακολουθούν να αποτελούν άρτια κατασκευασμένους μηχανισμούς με φανταστική αίσθηση επιβράβευσης, ειδικά όταν εκτελούνται διαδοχικά.
Εάν καταφέρετε να τελειοποιήσετε αυτό τον αμυντικό μηχανισμό ή εάν έχετε ήδη παίξει πολύ το πρωτότυπο παιχνίδι, υπάρχει επίσης ένα νέο επίπεδο δυσκολίας, το ακριβέστατα ονομασμένο Hell Mode, στο οποίο ο Jubei πεθαίνει από ένα μόνο χτύπημα.
Ωστόσο, οι πιο προφανείς αλλαγές που θα παρατηρήσει κανείς είναι φυσικά οι γραφικές βελτιώσεις που εφαρμόζει το remaster. Σύμφωνα με τον στόχο τους να διατηρήσουν την αρχική εμπειρία όσο το δυνατόν περισσότερο, αυτές οι αλλαγές είναι ιδιαίτερα προσεκτικές, βελτιώνοντας μόνο αυτά που υπήρχαν ήδη και σκόπιμος αποφεύγουν την αλλοίωση του. Με αυτόν τον τρόπο, κάθε στοιχείο, από τα μοντέλα χαρακτήρων, τα οπτικά εφέ, τα CG cutscene, τα pre-rendered backgrounds μέχρι το UI και τις γραμματοσειρές, παραμένει πολύ πιστό στο πώς ήταν παλιά, απλώς με σημαντικά βελτιωμένες αναλύσεις και λεπτομερή textures. Δεν δίνουν ποτέ την εντύπωση ότι παίζετε ένα παιχνίδι διαφορετικό από το Onimusha 2, απλώς καθιστούν αυτήν την έκδοση την πιο οπτικά ελκυστική, δίχως να θυσιάζουν την βασική ταυτότητα του παιχνιδιού.

Επιπλέον, το παιχνίδι υποστηρίζει πλέον 16:9 aspect ratio, αλλά αν κάποιος επιθυμεί να παραμείνει στο αρχικό 4:3, μπορεί να αλλάξει σε αυτό αρκετά εύκολα και όποτε το επιθυμεί. Προσωπικά, βρήκα το 4:3 να λειτουργεί εκπληκτικά καλά, δεδομένου ότι τα fixed angles της κάμερας ευνοούν το επιπλέον ύψος έναντι του πλάτους τις περισσότερες φορές και παρέχει μια αναμφισβήτητη ρετρό γοητεία.
Ομοίως, η αγγλική μεταγλώττιση του παιχνιδιού παραμένει πλήρως άθικτη, με όλες τις περίεργες ερμηνείες τις και τα εκκωφαντικά κενά μεταξύ των προτάσεων. Ωστόσο, τώρα υπάρχει και η επιλογή να δοκιμάσετε την ιαπωνική μεταγλώττιση του παιχνιδιού που δεν ήταν ποτέ διαθέσιμη στις δυτικές εκδόσεις του, η οποία είναι σίγουρα πολύ καλύτερη από άποψη ποιότητας, αλλά σίγουρα λιγότερο χιουμοριστική.

Συνολικά, το Remaster του Onimusha 2: Samurai’s Destiny φαίνεται να διαμορφώνεται ως ένα ακόμη μικρό διαμάντι στην μπουτίκ της Capcom. Σίγουρα δεν είναι το πιο εντυπωσιακό ούτε έχει τα περισσότερα καράτια. Ωστόσο, είναι αναμφισβήτητο ότι έχει λάβει πολλή φροντίδα και έχει γυαλιστεί αρκετά ώστε να λάμπει όσο παλιά. Το Onimusha 2 ήταν άλλωστε ακριβώς αυτό που θα έπρεπε να είναι ένα sequel. Ήταν μεγαλύτερο, καλύτερο και πιο αναπτυγμένο. Με παρόμοιο τρόπο, αυτό το remaster είναι όπως θα έπρεπε να είναι κάθε remaster. Δίνει αρκετή νέα πνοή σε ένα παιχνίδι χωρίς να διακυβεύεται η ακεραιότητά του.
Ευχαριστούμε πολύ τις CD Media και Capcom για την πρώιμη πρόσβαση στο παιχνίδι!