savethegame.gr

Doom: The Dark Ages | Review

Εγώ δεν θέλω μεροκάματο, θέλω όπλα, δράκους, δαίμονες και θάνατο.

Αίμα, βία, δαίμονες, όπλα, σκοτεινά μυστικιστικά σύμβολα, industrial metal και κάθε λογής PEGI 18 πράγματα αποτελούσαν -και συνεχίζουν να αποτελούν- το σήμα κατατεθέν μιας εμβληματικής σειράς, που είχε το θράσος να ξεκινήσει το μακρινό 1993, τότε που όλα αυτά προκαλούσαν κοινωνική κατακραυγή. Ευτυχώς, πολλά χρόνια μετά, έχουμε σταματήσει να κατηγορούμε ανελέητα τα «βίαια» video games για τη βία γύρω μας, με ολοένα και περισσότερο κόσμο να απολαμβάνει τον όρο «gaming» με τον δικό του τρόπο.

Υπεύθυνη για εμβληματικές σειρές της βιομηχανίας, η id Software, αν και με διαλείμματα, δεν σταμάτησε να παραδίδει νέα games με πρωταγωνιστή τον αγαπητό και λιγομίλητο Doomguy. Ο πιο πρόσφατος τίτλος της σειράς, Doom: The Dark Ages, κυκλοφόρησε μόλις λίγες εβδομάδες πριν, και με το μεσαιωνικό ύφος του μας είχε ανεβάσει στο hype train με προορισμό τα έγκατα της Κόλασης. Βέβαια, έχοντας παίξει τα εξαιρετικά Doom (2016) και Doom Eternal περίμενα πως το νέο game της id Software θα ξεπέρναγε κάθε προσδοκία και κάθε ταβάνι που είχα θέσει. Τελικά; Τα κατάφερε ο Slayer;

ΠΙΟ SINGLEPLAYER ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ

Αν και το πιο πρόσφατο παιχνίδι της σειράς, το Doom: The Dark Ages τοποθετείτε ιστορικά ανάμεσα στο Doom 64 και Doom (2016), γεφυρώνοντας το κενό της μετάβασης του πρωταγωνιστή από Doomguy σε Doom Slayer. Ο πανίσχυρος πρωταγωνιστής της σειράς εντοπίζεται φυλακισμένος και «ναρκωμένος» από τις δυνάμεις των Night Sentinels και των συμμάχων τους, Maykrs, με τους δεύτερους να τον έχουν εξοπλίσει και με έξτρα δυνάμεις, χρησιμοποιώντας τον ως όπλο κατά των δυνάμεων της Κόλασης. Εν μέσω εισβολής του στρατού του Πρίγκιπα Ahzrak στον πλανήτη Argent D’Nur, οι Night Sentinels και Maykrs συμφωνούν πως πρέπει να «ρίξουν» στο παιχνίδι τον Slayer για τη σωτηρία τους, με τη συνέχεια να είναι γνωστή.

Σε αντίθεση -κυρίως- με τα δύο προηγούμενα παιχνίδια της σειράς, το Doom: The Dark Ages έχει ένα εντελώς διαφορετικό direction σε ό,τι αφορά την αφήγηση, με την id Software να έχει επενδύσει στο storytelling και στην εμβάθυνση του lore. Μάλιστα, οι δημιουργοί επέλεξαν να «πετάξουν» το -ομολογουμένως αδιάφορο- online mode των προηγούμενων τίτλων, στρέφοντας το νέο game προς μία καθαρόαιμη singleplayer κατεύθυνση. Η αφοσίωση στο campaign ταιριάζει απόλυτα στη φύση του παιχνιδιού, με την εκτέλεση, αν και πετυχημένη, να διατηρεί ορισμένους αστερίσκους.

ΤΕΛΙΚΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ CINEMATICS!

Εκεί που στα δύο προηγούμενα games τα cinematics τέσταραν το κατά πόσο σωστά λειτουργεί η επιλογή «skip cinematic», εδώ δεν ισχύει κάτι αντίστοιχο. Το Doom: The Dark Ages κάνει γρήγορα σαφές πως τόσο η ιστορία όσο και το storytelling αποτελούν σημαντικό μέρος της εμπειρίας, με τα εξαιρετικά πλέον cinematics να δίνουν έμφαση στη σκηνοθεσία και στη λήψη, ακολουθώντας το μυστικιστικό και σκοτεινό ύφος του παιχνιδιού. Η πλοκή παρουσιάζεται σίγουρα απλοϊκή, με το όποιο ενδιαφέρον να επικεντρώνεται στον Doom Slayer και την απελευθέρωση του και στον σατανικό Πρίγκιπα Ahzrak, τον main villain, και τους στόχους που θέλει να πετύχει.

Εν ολίγοις, αν και το Doom: The Dark Ages κάνει βήματα προόδου αναφορικά με το story και τις προεκτάσεις του, δεν μπορούμε να πούμε πως τελικά είναι μία προσπάθεια που αλλάζει ριζικά το πώς βλέπουμε το franchise. Ανέκαθεν, τα Doom προσέφεραν ένα εντυπωσιακό σύστημα μάχης, μερικά «σατανικά» όμορφα set pieces και ένα άκρως αποκρουστικό setting, με τη σκληροπυρηνική metal μουσική να δένει όλα τα παραπάνω. Στην προκειμένη, η παραπάνω μικρή λίστα προτεραιοτήτων δεν διαφοροποιήθηκε, παρόλο που αρκετοί τομείς της δέχθηκαν ολοκληρωτικές αλλαγές.

ΚΑΤΕΒΑΣΑ ΤΟ ΣΩΣΤΟ DOOM;

Αν και -κυριολεκτικά- με ζάλιζε, το combat system του Doom Eternal ήταν απλά επικό, βασισμένο στο high mobility, στη σωστή χρήση του κάθε όπλου, στα double jump και dash, αλλά και στα glory kills. Η id Software είχε ανακαλύψει (για μεγάλο μέρος της κοινότητας) την τέλεια συνταγή, την οποία βέβαια και επέλεξε να εγκαταλείψει με το νέο της κεφάλαιο. Πριν όμως αποφανθώ για το αν άξιζε αυτή η επιλογή ή όχι, οφείλω να ομολογήσω πως χαίρομαι που υπάρχουν μερικοί στη βιομηχανία που παίρνουν ρίσκα και πειραματίζονται, ακόμα και αν τελικά τρώνε τα μούτρα τους.

Από το παραπάνω σύστημα μάχης, το Doom: The Dark Ages διατηρεί μόνο το παρόμοιας λογικής οπλοστάσιο του και τίποτα παραπάνω, καθώς ο ρυθμός έχει γίνει αισθητά πιο αργός, τα dash και double jump έχουν εξαφανιστεί, ενώ τα glory kills, αν και κάνουν την εμφάνιση τους, δεν αποτελούν μονόδρομο όπως πριν. Game changer στο νέο Doom αποτελεί η ασπίδα, η οποία είναι υπεύθυνη για το σχεδόν 50% μιας μάχης, αφού είναι ικανή να προστατέψει τον Slayer, να αντιστρέψει τα πυρά (deflect), να ακινητοποιήσει τον αντίπαλο (stan), να σκοτώσει μεγάλο αριθμό από τα λεγόμενα «μικρά» mob-άκια σε περίπτωση που την πετάξουμε, ενώ τέλος, μπορεί να εκτοξεύσει τον Slayer πάνω στους αντιπάλους του. Μάλιστα, η ασπίδα δέχεται ορισμένες αναβαθμίσεις αλλά και διάφορα runes, αλλάζοντας κάπως έτσι το playstyle, δίνοντας παράλληλα και το αντίστοιχο βάθος.

Η ασπίδα, λοιπόν, δεν είναι απλά ένα έξτρα αντικείμενο, αλλά είναι ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, που σε πρώτη φάση θα προστατέψει τον χαρακτήρα μας, αφού πλέον δεν έχει τις αέρινες κινήσεις του, ενώ σε δεύτερη φάση είναι ικανή να επιτεθεί σε κάθε εχθρό, κυρίως λόγω των πανίσχυρων deflects. Highlight για ακόμα μία φορά είναι το οπλοστάσιο του Doom Slayer το οποίο αποτελείται από διάφορα κλασσικά, παράξενα, διεστραμμένα και κυκλώπεια γκάνια, ικανά να αφανίσουν ολόκληρη την ανθρωπότητα, τους δαίμονες της Κόλασης και κάθε πανάρχαια θεότητα γκουχου γκουχου…

DOOM < DOOM: THE DARK AGES < DOOM ETERNAL

Με τη λογική «boots on the ground» και με την προσθήκη της ασπίδας, το Doom: The Dark Ages απομακρύνθηκε κατά πολύ από τα προηγούμενα playstyles, με το mobility να κατευθύνει τη μάχη σε κοντινότερες αποστάσεις, κάνοντας το melee πιο έντονο και πιο απολαυστικό από ποτέ. Στην ανάγκη για διαφοροποίηση και καινοτομία, η id Software μας απομάκρυνε πολλές φορές από το safe zone των όπλων του Slayer μας, δίνοντας μας τη δυνατότητα να καβαλήσουμε έναν επικό δράκο και μερικά τεράστια και εντυπωσιακά mechs, χωρίς ωστόσο να υπάρχει ουσιαστικό βάθος. Στον πυρήνα του, το combat ξεχωρίζει για ακόμα μία φορά και προσωπικά το θεωρώ αρκετά καλύτερο από αυτό του Doom (2016), όμως ένα σκαλί πιο κάτω από του Doom (Eternal), κυρίως εξαιτίας του χαμηλότερου pace που διαθέτει.

Σημαντικό ρόλο στην προσέγγιση κάθε μάχης παίζει, φυσικά, και το πεδίο. Αν και το Doom: The Dark Ages διατηρεί σε αρκετά σημεία το πιο πατροπαράδοτο και «κλειστό» level design, δεν έλειψαν και οι πίστες με μια semi–open world δομή, μεγαλύτερα και πιο ανοιχτά πεδία μάχης, καθώς και μερικά επιφανειακά metroidvania στοιχεία – κυρίως σε ό,τι αφορά τις δευτερεύουσες αποστολές. Αν και είμαι gamer που συνήθως δεν κυνηγάει το 100%, στο νέο Doom άλλαξα κάπως την προσέγγισή μου. Λίγο επειδή ήθελα να δω σχεδόν τα πάντα λόγω του review, λίγο επειδή το gunplay μου άρεσε πραγματικά, και λίγο γιατί η εξερεύνηση επιβράβευε ουσιαστικά -ειδικά στα ανώτερα επίπεδα δυσκολίας.

DOOM SLAYER ENTERS THE MEDIEVAL AGE

Όλα τα παραπάνω, μάλλον αποτέλεσαν την κατάλληλη αφορμή ώστε να θέλω να ανακαλύψω όλα τα μυστικά του παιχνιδιού. 20+ ώρες μετά -και αφήνοντας ορισμένα ανεξερεύνητα σημεία πίσω μου- ομολογώ πως άξιζε η περιπλάνηση στα διάφορα σημεία, αφού ο χρυσός και τα ρουμπίνια έκαναν τα όπλα μου ισχυρότερα, οι διάφορες αναβαθμίσεις ανέβασαν τα επίπεδα ζωής, πανοπλίας και ammo, ενώ τα διάφορα κουκλάκια γέμισαν κάπως την άσκοπη περιπλάνηση στο main menu. Όμως, εν τέλει αυτή η περιπλάνηση άξιζε γιατί το διασκέδασα πραγματικά.

Αυτό, βέβαια, που είχε ξεχωρίσει από τα πρώτα trailers και φωτογραφίες του παιχνιδιού ήταν το μεσαιωνικό setting, το οποίο ταιριάζει γάντι σε μία σειρά που πραγματεύεται τη splatter βία. Η id Software δεν επέλεξε απλά να «ντύσει» το νέο κεφάλαιο του Slayer με μία αισθητική που θυμίζει στοιχεία του 15ου αιώνα, αλλά αποφάσισε να μετατρέψει το dark fantasy και το γοτθικό style σε ύφος που επηρεάζει τα set pieces, την ιστορία, αλλά περισσότερο τον τόνο του παιχνιδιού. Το Doom: The Dark Ages παρουσιάζεται πιο πιστό από ποτέ σε ό,τι έχει να κάνει με τα μυστικιστικά σύμβολα και τελετές, την αιματοχυσία που προσφέρει, τους σκοτεινούς δαίμονες που επιτίθενται και σε οτιδήποτε «σατανικό» πρεσβεύει η σειρά όλα αυτά τα χρόνια.

Ύφος και πλοκή βαδίζουν μαζί σε ένα μονοπάτι που οδηγεί τον ήρωα μας σε εντυπωσιακά σκηνικά, χάρις και την ιστορία -κυρίως από τα μέσα και μετά. Χωρίς να spoil-άρω, το Doom: The Dark Ages καταπιάνεται ξαφνικά με μία θεματολογία πολύ μακριά από τα Κόλαση, τον Παράδεισο, τη Γη, τον Άρη και οποιονδήποτε άλλο γνώριμο πλανήτη. Ως αποτέλεσμα, η ελευθερία των set pieces προσφέρει ένα μοναδικό αποτέλεσμα, που μου έκανε να χαζεύω για ώρες ακόμα και τις background ταπετσαρίες.

ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ IPs ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ

Η αγία τριάδα των Doom (gameplay, set pieces και μουσική) ενώνεται για ακόμα μία φορά, όμως πλήττεται από μία σημαντική απουσία. Ο Αυστραλός συνθέτης αρκετών gaming projects, Mick Gordon, δυστυχώς δεν συνθέτει τη metal μουσική του νέου Doom, κάτι που γίνεται γρήγορα αντιληπτό. Αν και παραμένει ένα δυνατό χαρτί, το Doom: The Dark Ages είχε μεγαλύτερο potential για μία άκρως επική μουσική, που δυστυχώς του λείπει, με τους 2 προηγούμενους τίτλους να έχουν σημαντικό προβάδισμα σε αυτόν τον τομέα.

Ορθά, η id Software επέλεξε να πειραματιστεί, αλλάζοντας δραστικά στοιχεία του gameplay, ενώ παράλληλα εμβάθυνε -δυστυχώς επιφανειακά- στο storytelling του νέου παιχνιδιού της. Μπορεί να μην αριστεύει σε όλες τις υποκατηγορίες, όμως παραδίδει για ακόμα μία φορά ένα φρέσκο αποτέλεσμα, με ένα εξαιρετικά καλό gunplay, με μερικά αξιοθαύμαστα set pieces και με μία ιστορία που -τουλάχιστον- κράταγε τα βλέφαρα μου ανοιχτά. Τελικά, το μεσαιωνικό skin κατάφερε να πρωταγωνιστήσει, καθώς δεν επηρέασε μόνο το φόντο και τα γραφικά, αλλά ολόκληρη τη φιλοσοφία του Doom: The Dark Ages, παραδίδοντας κάτι πιο σκοτεινό, πιο μυστηριώδες και πιο ταιριαστό στο ύφος του franchise.


Ευχαριστούμε πολύ την AVE Tech για την παροχή του review copy!

8.6

Αν και δεν είναι τέλειο, το gameplay του Doom: The Dark Ages αποπνέει μια αίσθηση φρεσκάδας, λόγω και του μεσαιωνικού setting. Παράλληλα, η στροφή της id Software προς μια πιο αφηγηματική προσέγγιση τελικά κρίθηκε αναγκαία, ακόμη κι αν έμεινε περισσότερο στις προθέσεις παρά στην ουσία.