ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Ελλάδα info@savethegame.gr

Ghostrunner 2 | Review

Blood certainly ran…

Το 2023 μπορεί να οδεύει σιγά-σιγά προς το τέλος του, όμως έχει μερικούς ακόμα άσσους στο μανίκι του όσον αφορά τις game of the year εκπλήξεις του. Βέβαια, δεν νομίζω ότι χρειάζονται συστάσεις για το Ghostrunner 2, το οποίο τρία χρόνια μετά φέρνει νέα πνοή σε ένα σύμπαν που έχτισε εξαιρετικά ο προκάτοχός του. Το sequel του παιχνιδιού-έκπληξη για το 2020 είναι εδώ και ήρθε για να μείνει!

THE SOUND OF (CYBER)METAL

Το cyberpunk είδος έχει μπει για τα καλά στη mainstream σκηνή της διασκέδασης. Ουκ ολίγες ταινίες, σειρές και φυσικά βιντεοπαιχνίδια με αυτή τη θεματολογία έχουν εμφανιστεί και αγαπηθεί τα τελευταία χρόνια. Μία τέτοια περίπτωση ήταν και το πρώτο Ghostrunner, το οποίο κοινό και κριτικοί αγκάλιασαν για το gameplay και το aesthetic του. Στοιχεία τα οποία είχαν ευδιάκριτα επηρεαστεί από το cyberpunk genre που όμως, όπως παρατήρησα ήδη από τα πρώτα λεπτά του Ghostrunner 2, δεν είναι αυτοσκοπός του νέου παιχνιδιού της One More Level. Ειδικότερα, το sequel περπατάει περισσότερο σε metal και Doom-like μονοπάτια, δίνοντας μία νέα διάσταση και φρέσκο αέρα στη σειρά.

Ξεκινώντας με το gameplay, το βρήκα αρκετά πιο smooth σε σχέση με το πρώτο παιχνίδι. Όσον αφορά το στήσιμο των levels, οι τοίχοι, τα hooks, οι μπάρες, οι τουρμπίνες αέρα είναι σωστά τοποθετημένες, με αποτέλεσμα να πραγματοποιούμε ένα σχεδόν flawless run σε κάθε level, χωρίς χαζά κοψίματα ή δύσκολα jumps τα οποία συναντούσα αρκετά συχνά στο πρώτο μέρος της ιστορίας του Jack. Επίσης, το combat gameplay έχει αναβαθμιστεί, προσφέροντας μεγαλύτερη γκάμα επιλογών, την είσοδο finishers α λα Doom Guy με κάθε επιτυχημένο parry, αλλά και τον συνδυασμό upgrades και δυνάμεων, τα οποία αν και αποτελούν τυπικά στοιχεία πλέον στην gaming σκηνή ήταν μία ευχάριστη προσθήκη. Τέλος, η εισαγωγή της μηχανής, με τον οποία οι παίκτες καταφέρνουν ουσιαστικά να δουν τον κατεστραμμένο κόσμο έξω από τον Dharma Tower, είναι μία πανέξυπνη κίνηση εκ μέρους της One More Level. Μπορεί ο χειρισμός της να είναι στην καλύτερη μέτριος, όμως είναι πάνω από όλα διασκεδαστικός και δεν χαλάει το pace του gameplay, οπότε στα μάτια μου είναι περισσότερο ένα κερδισμένο ρίσκο, παρά τις τεχνικές ελλείψεις που διαθέτει. Αν πάλι θέλετε να δείτε πιο ρεαλιστικό gameplay μηχανής, μπορείτε κάλλιστα να παίξτε Ride 5. Εκεί θα με βρείτε και θα σας λέω πως η μηχανή του Jack μπορεί να είναι και ένα κλικ πιο διασκεδαστική, παρά τον αφύσικο χαρακτήρα της.

FASTER. BETTER. STRONGER.

Όπως ανέφερα και προηγουμένως, το στήσιμο των levels είναι αρκετά καλό. Πλέον οι πίστες είναι πιο μεγάλες και κυρίως πιο ανοικτές στην αίσθηση και στο gameplay, το οποίο παραμένει σε γρήγορους ρυθμούς, όμως λόγω των μεγάλων χώρων μοιάζει ένα κλικ πιο αργό σε σχέση με το πρώτο παιχνίδι. Αυτό δεν είναι κακό μιας και πλέον έχεις μία καλύτερη αντίληψη του χώρου, των επιλογών που υπάρχουν και κυρίως δεν καταλήγεις σε εκνευριστικές καταστάσεις. Αρκετά συχνά στο πρώτο παιχνίδι εκνευριζόμουν λόγω του όχι και τόσο καλού στησίματος των props που με βοηθούσαν να κάνω ένα perfect run, σκοτώνοντας τα πάντα στον διάβα μου. Όμως, αν και οι χώροι είναι μεγαλύτεροι, δυστυχώς μοιάζουν πιο άδειοι καθώς η αναλογία «κακών» και χώρου δεν είναι η ιδανική όπως ήταν στο Ghostrunner, όπου σε κάθε γωνιά βρισκόταν και ένας εχθρός. Παρ’ όλα αυτά, το gameplay δεν παύει να είναι διασκεδαστικό και προσωπικά το ευχαριστήθηκα λίγο περισσότερο σε σχέση με το πρώτο μέρος.

Μίας και μιλάμε για κακούς, μία ακόμη παρατήρηση που έκανα αφορά το art style του παιχνιδιού. Όλα τα νέα και παλαιότερα εχθρικά minions αποτελούν σίγουρα μία κλάση ανώτερη από την μουντάδα των πρώτων, προσφέροντας μία ποικιλία σε χρώματα και σχεδιασμό. Όσον αφορά τη συνολική εμφάνιση του Ghostrunner 2, αυτό που με παραξένεψε ήταν το γεγονός ότι τα γραφικά του ήταν πιο smooth, με τις επιφάνειες να είναι πιο λείες σε σχέση με το πρώτο παιχνίδι. Δεν μιλάω για κάποιο downgrade ή την απουσία ray-tracing -το οποίο υπάρχει μόνιμα-, αλλά την «υφή» αν θέλετε των επιφανειών του παιχνιδιού, η οποία προσδίδει μία πιο comic αίσθηση και όχι αυτή του καθαρόαιμου cyberpunk που είχα συνηθίσει στο προηγούμενο. Επίσης, ο κόσμος είναι πιο πολύχρωμος, ειδικά οι cybervoid περιοχές του που θεωρώ πως είναι από τις πιο όμορφες του παιχνιδιού και σίγουρα δίνουν την αίσθηση ότι οι συντελεστές ήθελαν να πειραματιστούν αρκετά περισσότερο μαζί τους.

Ένας πειραματισμός που πέρασε και στην ιστορία/πλοκή του παιχνιδιού, με ανάμεικτα αποτελέσματα όμως. Αν έχετε παίξει το πρώτο Ghostrunner, σίγουρα θα συμφωνήσετε με την άποψη πως η πλοκή δεν ήταν το κύριο μέλημά του. Σε καμία περίπτωση δεν μιλάμε για κάτι το κακογραμμένο, όμως όντας ένα indie παιχνίδι, οι συντελεστές είχαν κρατήσει χαμηλό καλάθι και οι χαρακτήρες ήταν τόσοι όσοι χρειάζονταν. Το στοιχείο αυτό δούλεψε αρκετά καλά, όμως σε ένα sequel που ακολουθεί τα επιτυχημένα χνάρια ενός πρώτου μέρους, you have to think big or go home. Και έτσι έπραξαν, μιας και πλέον δεν έχουμε να κάνουμε απλά με τον Architect και την Keymaster, αλλά με factions που παλεύουν μεταξύ τους για το ποιο θα εξουσιάσει τον Dharma Tower και έναν φαινομενικά εξωτερικό εχθρό που καραδοκεί να τα τινάξει όλα στον αέρα. Δυστυχώς όμως, αρκετά πράγματα τα ακούμε, χωρίς να τα βλέπουμε να γίνονται, ενώ το third act της ιστορίας είναι ολίγον τι απογοητευτικό.

Σίγουρα το περιορισμένο budget του πρώτου περιόριζε τις δυνατότητες της ομάδας από το να μας δείξει την εξαθλίωση που ακούγαμε να βιώνουν οι κάτοικοι του πύργου. Όμως, θεωρώ πως αφού αποφάσισαν να εμπλουτίσουν την ιστορία και το περιβάλλον του πύργου με διαμάχες και έχθρες, θα έπρεπε να μας το δείξουν κιόλας, έστω και με κάποια πιο εκτενή εισαγωγικά cutscenes. Παράλληλα, η επιλογή να συνομιλούμε ζωντανά με τους υπόλοιπους χαρακτήρες του παιχνιδιού και να μην τους ακούμε απλά από το ραδιόφωνο συμφωνεί με το σκεπτικό της εταιρείας και συμβάλει στο immersion. Όμως δυστυχώς η εκτέλεση δεν είναι και τόσο καλή, με generic γραφικά και κινήσεις να μαστίζουν τους χαρακτήρες και με τυπικές επιλογές διαλόγων, οι οποίες μειώνουν λίγο από τη «μαγεία» που είχαν οι σχέσεις μεταξύ των χαρακτήρων στο πρώτο παιχνίδι. Παρ’ όλα αυτά, το παιχνίδι έχει σαφέστατα καλύτερα και πιο δραστήρια boss battles, τα οποία δεν αντιβαίνουν στην ταχύτητα και στους κανόνες του παιχνιδιού, οπότε τουλάχιστον κερδίζουμε σε αυτό το κομμάτι κάτι παραπάνω.

IT’S SIMPLE. NOT EASY.

Το πρόσημο από την εμπειρία μου με το Ghostrunner 2 είναι αρκετά θετικό. Σκαμπανεβάσματα σαφώς και υπάρχουν. Μην ξεχνάμε ότι η Πολωνική ομάδα δεν κινείται στα πλαίσια του AAΑ gaming χώρου, οπότε δεν μπορούμε να ζητάμε παραγωγές επιπέδου Rockstar. Όμως, αυτό που παρέδωσαν είναι παραπάνω από ικανοποιητικό σαν αποτέλεσμα και εμπειρία. Είναι διασκεδαστικό και προσωπικά το απόλαυσα περισσότερο από ότι την πρώτη τους προσπάθεια. Όλα λειτουργούσαν πιο ομαλά και με χάρη όσον αφορά το gameplay, ενώ φαίνεται πως υπάρχει η θέληση και η όρεξη να δοκιμάσουν νέα πράγματα με κάθε νέο παιχνίδι στη σειρά. Προσωπικά το εκτιμώ ιδιαιτέρως αυτό και εύχομαι να συνεχίσουν έτσι, σε ένα σύμπαν που εν τέλει πάει καλύτερα από όσο θα πίστευαν και οι ίδιοι ενδεχομένως.

Ευχαριστούμε πολύ την AVE Tech για την παροχή του review copy!

Το Ghostrunner 2 αποτελεί ένα ιδανικό sequel ενός indie παιχνιδιού. Η One More Level έμαθε από τις μικρές και λίγες αστοχίες του πρώτου μέρους και μας προσφέρει ένα ανανεωμένο gameplay, με δυνατά boss battles, έναν μεγαλύτερο κόσμο και μία εμπλουτισμένη ιστορία που αν αστοχεί σε μερικά σημεία, φροντίζει να μεγαλώσει τόσο όσο χρειάζεται το lore του παιχνιδιού.

8.5
Πάνος Τσαμπούκος's Avatar

Πάνος Τσαμπούκος

Λάτρης ταινιών και σειρών, αλλά οι γονείς μου ακόμη έχουν να λένε πως όταν έπιανα τηλεχειριστήριο στα χέρια μου μικρός, το δωμάτιο δε με χωρούσε. That's life, I guess...