ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Ελλάδα info@savethegame.gr

Dragon's Dogma 2 | Review

Ascend, Arisen, and best me!

Με την ανακοίνωση του sequel του Dragon’s Dogma ένα κύμα ευτυχίας με περιέλουσε, θυμίζοντάς μου συγχρόνως ότι έχουν περάσει καμιά 10αριά χρόνια από τότε που έχασα για πρώτη φορά τη καρδιά μου μαζί του. Στο μυαλό μου επέστρεψαν οι μυθικές μεσαιωνικές του μάχες αλλά και οι μοναδικές πρώτες ώρες του προηγούμενου παιχνιδιού. οπότε η μελαγχολία μου ήταν φανερή καθώς απορούσα για το τι θα αντίκριζα στο δεύτερο παιχνίδι. Η Capcom ευτυχώς δεν με απογοήτευσε και άλειψε βούτυρο στο ψωμί μου προσφέροντας μου ένα εξίσου απίστευτο παιχνίδι.

Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΧΤΥΠΑ ΔΥΝΑΤΑ… ή ΚΑΙ ΟΧΙ

Θα σταθώ αρχικά στο πιο αδύναμο σημείο του παιχνιδιού, που δεν είναι άλλο από την ιστορία του. Προς θεού, δεν θεωρώ ότι είναι κακή ή κάτι τέτοιο, απλά συμβαίνει όλα τα υπόλοιπα κομμάτια να είναι τόσο αριστουργηματικά. Ας το δούμε δηλαδή σαν «το λιγότερο δυνατό» σημείο. 

Η πλοκή μας δεν διαφέρει στο πυρήνα της από αυτή του πρώτου Dragon’s Dogma, αλλά έχει αρκετά διαφορετική τροπή στην εξέλιξη των γεγονότων. Ξεκινά με ένα αρκετά χολιγουντιανό cinematic εντός μίας τεράστιας αίθουσας ενός παλατιού σε γιορτινή κατάσταση, την ημέρα της στέψης του sovereign, που τυχαίνει να είναι και ο arisen. Και εκεί έρχεται το plot twist καθώς ξυπνάμε ρακένδυτοι, κλεισμένοι σε μία φυλακή να κουβαλάμε πέτρες με τη βοήθεια του Rook. Μία μέδουσα και μία εμβληματική σκηνή αργότερα βρισκόμαστε στο Vermund προσπαθώντας να επιστρέψουμε στον θρόνο μας. Οι μηχανορραφίες και οι μυστικές συμφωνίες παίρνουν και δίνουν, με τα μυστικά factions να κινούν τα νήματα. Και μέσα σε όλα αυτά έρχεται η εμβληματικότερη σκηνή όλου του παιχνιδιού, με τον δράκο να σου κλέβει τη καρδιά και να σε προκαλεί να τον βρεις για να την πάρεις πίσω. Θετικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι δεν χρειάζεται κάποιος να έχει παίξει το πρώτο παιχνίδι για να καταλάβει τι παίζει με όλα αυτά, αλλά να παρακολουθεί τη ροή της ιστορίας του τρέχοντος, γιατί οι σεναριακές ανατροπές καραδοκούν σε κάθε γωνία. Το βασικό μειονέκτημα της ιστορίας, όπως και στο πρώτο παιχνίδι, είναι ότι ο κεντρικός χαρακτήρας δεν μιλάει. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην υπάρχουν πολλά cutscenes στο παιχνίδι, με όλες τις συνομιλίες να αποτελούνται από ερωτήσεις σε κείμενο και απαντήσεις μας με ναι ή όχι, όχι ότι θα ενοχλήσει τους πάντες. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει βάθος στην πλοκή των quests που καλούμαστε να αναλάβουμε. 

Η μεγάλη διαφορά σε σχέση με τον προκάτοχό του φαίνεται στην έλλειψη των quest marks. Στην εν λόγω περίπτωση δουλεύει θετικά καθώς τονίζει το εκπληκτικό, ανοιχτό exploration που έχει να μας προσφέρει το παιχνίδι. Ο κάθε NPC κρύβει έναν δικό του διάλογο ή κάποιο δικό του quest ή ενδέχεται απλά να ζητήσει προσωρινά τη βοήθεια μας. Με ιντρίγκαρε η ιδιαιτερότητα μίας νέας επιλογής, ονόματι «NPC Logbook», η οποία καταγράφει όλους τους NPC’s με τους οποίους είχαμε το πραγματικό interaction και πού αυτό κατέληξε. Το μόνο που θα πρόσθετα εγώ σε όλο αυτό το πολύ βοηθητικό “βιβλίο” είναι η δυνατότητα να τους μαρκάρουμε απευθείας μέσα από αυτό στον χάρτη, ώστε να κατευθυνθούμε με ευκολία προς το μέρος τους. Σημαντικό ρόλο στην όλη διάδραση με τους NPC’s παίζει το affinity, μία κλίμακα συμπάθειας, που αν μεγιστοποιήσουμε μπορούμε να κερδίσουμε εκπτώσεις στα καταστήματα ή την επιλογή να κάνουμε romance κάποιον χαρακτήρα. Οπότε η αλληλεπίδραση με τους NPC’s γίνεται ζωτικής σημασίας και αν είστε αρκετά ομιλητικοί, που ξέρετε, μπορεί να οδηγηθείτε σε ένα κρυφό χωριό γεμάτο elves.

Η εξερεύνηση κάθε άλλο παρά σταματά εκεί καθώς τα τοπία είναι με μία λέξη μ-α-γ-ε-υ-τ-ι-κ-ά. Είναι αρκετά διαφορετικά αναλόγως την περιοχή που βρισκόμαστε και κρύβουν πολλές εκπλήξεις. Τα απέραντα ποτάμια, οι λίμνες και τα λεπτομερή δάση του Vermund, οι αμμόλοφοι και οι οάσεις του Battahl, αλλά και οι σταχτιές “πεδιάδες” του Volcanic Island, όλα τους κάλυψαν τις απαιτήσεις μου για ένα RPG εποχής. Και φυσικά όλα τους χρειάζονταν για κινούν διαρκώς την περιέργεια να εξερευνήσω μέχρι και τη παραμικρή σπιθαμή του χάρτη. Μυστικά και θησαυροί θάβονταν σε κάθε γωνία και ύψωμα, ακόμα και μέσα στις κεντρικές πόλεις του παιχνιδιού. Στο να τα βρω με δυσκόλεψε μερικές φορές το traversal, που ανά περιπτώσεις και αναλόγως την ευφάνταστη εφαρμογή των skills διευκολυνόταν.

Οι καιρικές συνθήκες που σκεπάζουν ανά πάσα στιγμή αυτά τα μαγευτικά τοπία και η αντίδραση των χαρακτήρων και των pawns σε αυτές αυξάνουν τον ρεαλισμό του παιχνιδιού. Πολύ χρήσιμη μου φάνηκε η δυναμικότητα του mini-map, που στο Dragon’s Dogma 2 μετατρέπεται αυτόματα από τμήμα του HUD σε ένα αρκετά βοηθητικό εργαλείο εξερεύνησης, με όλα αυτά τα icons που εμφανίζει και οδηγούν σε σεντούκια θησαυρών ή θαυμαστικά για άλλα σημεία που χρήζουν αναζήτησης. Στην κορυφή όλων των μηχανισμών εξερεύνησης βάζω το camping system. Ένιωθα πραγματικά ότι κάνω camping με ένα αρκετά παράξενο/ξεκαρδιστικό live animation ψησίματος κρεατικών, αλλά και με τα pawns να κοιμούνται μετά το φαγητό, τονίζοντας ακόμα παραπάνω τον ρεαλισμό του ταξιδιού. Και λειτουργικά αποτέλεσε ένα από τα πιο εύχρηστα κομμάτια του νέου Dragon’s Dogma, αφού εκεί γέμιζα τη ζωή μου, έπαιρνα τα ανάλογα boosts μέσω τροφών, άλλαζα τα skills μου, αλλά και τον κύκλο ημέρας-νύχτας κατά προτίμηση.

ΔΡΑΚΕ, ΔΡΑΚΕ ΕΙΣΑΙ ΕΔΩ;

Αν ξεκαθαρίσαμε πως το exploration είναι μαγευτικό, τότε οι μάχες του Dragon’s Dogma 2 είναι απλά μοναδικές. Οι εχθροί του παιχνιδιού είναι πάρα πολλοί, χωρίς να διαφοροποιούνται τόσο. Goblins και Harpies είναι τα κύρια είδη αντιπάλων αντιμετωπίζουμε κατά τη διάρκεια των ταξιδιών μας, με την εμφάνιση των mini bosses να είναι συχνή. Ουκ ολίγες φορές ένιωσα την ένταση και την αδρεναλίνη να ξεπηδάνε σα φλόγες από τα μάτια μου πολεμώντας κύκλωπες, μινώταυρους, γρύπες και δράκους, με τη μουσική και τα ηχητικά εφέ να κάνουν αυτά τα επικά battles επικότερα. Αλλά όλη αυτή η εγρήγορση θα πήγαινε χαμένη αν η AI των εχθρών δεν ήταν τόσο βελτιωμένη στο sequel. 

Πάρα πολλές φορές βρέθηκα περικυκλωμένος από μικρότερες μονάδες την ώρα που πάλευα κάποιο mini boss, με ξαφνικές επιθέσεις να με κατακλύζουν από όλες τις πλευρές. Μέσα στην ένταση παρατηρούσα τις λεπτομέρειες που υπήρχαν στον σχεδιασμό των τεράτων, που πολλές φορές με έκαναν να σταματήσω προσωρινά το παιχνίδι για να τις εξετάσω ενδελεχώς. Για παράδειγμα, έκπληξη μου προκάλεσε το τρίχωμα των οικόσιτων γουρουνιών και των αγριόχοιρων, η διαφορά μεταξύ τους, όπως και τα runes στα golems καθώς είναι λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να είχαν παραληφθεί, αλλά όχι, οι artists της Capcom φρόντισαν να τα ζωγραφίσουν. Το παιχνίδι ζωντανεύει όταν ο κόσμος του παιχνιδιού αλλάζει με sandbox τρόπο στα πεδία όπου διεξάγονται οι μάχες. Αν σπάσεις μία γέφυρα θα πάρει μέρες για να ξαναχτιστεί και τα μεγαλόσωμα τέρατα μπορούν να καταστρέψουν ολόκληρα δάση από τις επιθέσεις τους. Αν αφήσεις ένα πτώμα και ξαναεπισκεφτείς το κουφάρι του μέρες μετά θα το δεις να σαπίζει και μύγες να πετάνε από πάνω του. Όλο αυτό φέρνει περισσότερη αληθοφάνεια στον κόσμο του Dragon’s Dogma 2. Τα μόνα αρνητικά που συνάντησα σ’ αυτόν τον καταιγισμό από μάχες ήταν κάποιες ελάχιστες πτώσεις των επιδόσεων του παιχνιδιού σε frames και γωνίες της κάμερας.

Έκπληκτος έμεινα με την αναβάθμιση του γενικού συστήματος μάχης σε σύγκριση με τον αρχικό τίτλο. Παρότι το παιχνίδι εξακολουθεί να χρησιμοποιεί hack-and-slash λογική, ο αριθμός των vocations (classes) και τα νέα skills πρόσθεσαν ένα καινούργιο στρώμα φαντασίας στο εν λόγω σύστημα. Η προσθήκη καινούργιων υβριδικών vocations έδωσε μια νέα πνοή στο στιλ μαχών που μπορούμε να ακολουθήσουμε και με τη βοήθεια των αρκετά αναλυτικών είναι εύκολο να συλλέξουμε τις πληροφορίες που χρειάζεται να γνωρίζουμε για το καθένα. Η απόφαση του κύριου vocation είναι αρκετά σημαντική δεδομένης της έλλειψης difficulty setting και της ύπαρξης “ποινής” στον κάθε θάνατο. Έχοντας δοκιμάσει σχεδόν τα πάντα πια κατέληξα ότι το πιο ενδιαφέρον είναι το Mystic Spearhand, φέρνοντας μια γεύση μαγείας στις μπροστινές γραμμές της μάχης, ενώ πιο περίεργα βρήκα τα Trickster και Warfare, τα οποία προσωπικά δεν κατάφερα ποτέ να ταιριάξω στο στιλ παιχνιδιού μου. 

Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι τα maister (ultimate) skills που προσφέρονται από τους NPC’s όταν αυξάνεται το affinity μαζί τους ή ολοκληρώνοντας κάποια από τα αυτόνομα quests τους. Πριν φύγουμε από τα vocations, να πω το παράπονό μου για την αφαίρεση του Mystic Knight, μιας και ήταν η αγαπημένη μου κλάση στο πρώτο παιχνίδι. Μπορούμε ευτυχώς να αλλάζουμε vocations κατά το δοκούν, με αποτέλεσμα να βρίσκουμε ένα απύθμενο δοχείο επιλογών και τρόπων να εξελιχθούμε στο παιχνίδι.

LOOK MASTER A CHEST! I WONDER WHAT’S IN IT!

Και αν όλα τα μέχρι τώρα κομμάτια του Dragon’s Dogma 2 με άφησαν μες στην χαρά και τη θετικότητα, τα pawns σε αυτό το παιχνίδι ήταν μία νότα πραγματικής ευτυχίας. Να αναφέρουμε αρχικά ότι τα pawns είναι εν ολίγοις τα companions του Arisen και προέρχονται από έναν κόσμο που κανείς δεν γνωρίζει. Ο Arisen μπορεί να τα καλέσει μέσω των rifts και έχουν μία σχέση “αφέντη και δούλου”. Στο πρώτο παιχνίδι τα pawns ήταν ό,τι χειρότερο υπήρχε, χωρίς υπερβολή. Ενώ η “καρδιά” της χρήσης τους (pawn double intended) ήταν στη σωστή θέση, η υλοποίησή της χώλαινε σε πολλά σημεία. Τότε τα χρησιμοποιούσα μόνο σαν “ασπίδες” και σαν pack mules. Η προσπάθειά μου να τα εκπαιδεύσω ήταν τουλάχιστον βάναυση, με αποτέλεσμα να παραδώσω όπλα. 

Τα πράγματα όμως αυτή τη φορά είναι διαφορετικά, πολύ διαφορετικά για την ακρίβεια. Ξεκινώντας από το εκπληκτικό customization menu, η δημιουργία του pawn σου - αλλά και του χαρακτήρα σου - αποτελούν κάτι υπερβολικά προσωπικό και χρονοβόρο ταυτόχρονα. Οι επιλογές αμέτρητες και με την προσθήκη μιας ολόκληρης νέας φυλής αυξάνονται ακόμα περισσότερο. Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι ευχαρίστηση και γέλιο μου προκάλεσε το να βλέπω όλα αυτά τα διαφορετικά pawns που κυκλοφορούν στο παιχνίδι. Ήταν απλά κάτι εξαιρετικό.

Φυσικά η εξέλιξή τους δεν σταματά εκεί, αλλά συνεχίζει σε όλα τα πεδία. Η δυνατότητα επιλογής της συμπεριφοράς του ήταν κάτι ιδιαίτερο, καθώς μπορούμε να δώσουμε εξαρχής μια κατεύθυνση για τον χαρακτήρα του. Η ύπαρξη ειδικών specialization traits μου προκάλεσε ευφορία, καθώς μπορούσα να κάνω τον pawn μου να ταιριάζει, από gameplay άποψης, σε μένα. Το σύστημα διάδρασής τους με τον γύρω κόσμο εξελίχθηκε, όπως συνέβη και με το σύστημα αντίληψης των περιπετειών τους με τους άλλους Arisen. Δεν ήταν λίγες οι φορές εξεπλάγην από το τρεχούμενο banter που εξελισσόταν μπροστά μου, όπως κουτσομπολιά για άλλους Arisen ή έλλειψη καλής συμπεριφοράς απέναντί τους ή και το γεγονός συναντήσαμε party που απαρτιζόταν μόνο από γυναίκες. Υπήρξαν βέβαια και επαναλαμβανόμενες ατάκες.

Η ύπαρξη της δυνατότητας μετατροπής του pawn μου στο companion που έχω φανταστεί είναι από μόνη της κάτι εξαιρετικό. Τα interactions μεταξύ του χαρακτήρα μου και των pawns τις πρώτες ώρες μου πρόσφεραν απανωτές εκρήξεις έκπληξης, με high-fives και υψωμένες γροθιές να είναι ορισμένα από αυτά. Και στο exploration έχουν την κατάλληλη δυναμική, μεταφέροντας πληροφορίες για κοντινές σπηλιές ή θησαυρούς, με αποτέλεσμα να μετατρέπονται από “γλάστρες” companions σε βασικούς συνοδοιπόρους μας στο ταξίδι μας στον κόσμο του Dragon’s Dogma 2.

Με το Dragon’s Dogma 2 η Capcom κάνει ένα τεράστιο βήμα προς την σωστή κατεύθυνση για το φιλόδοξο RPG της δίνοντάς μας ένα πλήρες sequel που σημείωσε πρόοδο. Όπως διευκρίνισα και νωρίτερα, η ιστορία του είναι το ασθενέστερο κομμάτι του, αλλά εξακολουθεί να είναι γεμάτη μυστήρια και ανατροπές. Ο κόσμος του είναι πραγματικά εκπληκτικός και πανέμορφος, με την εξερεύνησή του να είναι μονόδρομος αν θέλουμε να ανακαλύψουμε τα μυστικά του και να βρούμε τις κρυμμένες μαγείες του. Το σύστημα μάχης του είναι μεν κλασσικό, αλλά προσφέρει την πολυπόθητη διασκέδαση που προσφέρουν τα hack-and-slash παιχνίδια. Τα vocations είναι αρκετά και τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, με τον πειραματισμό να αποτελεί τη μοναδική οδό για να βρούμε το ταιριαστό μας στιλ παιχνιδιού. Και το πραγματικό glow-up παιχνιδιού συναντάται στο σύστημα των pawns, μετατρέποντας τα άβουλα “meat shields” σε σημαντικούς companions στην προσπάθειά μας να σκοτώσουμε τον Δράκο.

Ευχαριστούμε πολύ τη CD Media για την παροχή του review copy!

Το Dragon’s Dogma 2 είναι ένα πραγματικά επιτυχημένο sequel ενός αρκετά αγαπημένου RPG, που θα σας χαρίσει άφθονες ώρες διασκέδασης στον πανέμορφο, ζωντανό κόσμο του.

9.4
Μιχάλης Κωνσταντάκης's Avatar

Μιχάλης Κωνσταντάκης

Γιατί το gaming για μένα είναι μια στιγμή ηρεμίας μέσα στο χάος.