ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Ελλάδα info@savethegame.gr

Gungrave G.O.R.E. | Review

Φεστιβάλ με πανδαισία πυροβολισμών.

“Bullets. Beauty. Badass”. Αυτό είναι το μότο της νοτιοκορεατικής Iggymob για το Gungrave GORE, το τελευταίο game της σειράς Gungrave η οποία αν και δεν είναι διαδεδομένη στο ευρύτερο κοινό έχει αποκτήσει μια cult φήμη. Για το συγκεκριμένο τίτλο, ειδικά μετά τη θέαση του πρώτου trailer, είχα κατενθουσιαστεί και όρμησα απευθείας στο μέγαρο του SAVE THE GAME και βροντοφώναξα: “ΕΓΩ! ΕΓΩ ΘΑ ΑΝΑΛΑΒΩ ΤΟ GUNGRAVE GORE ΟΤΑΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕΙ!”.

Ο fanboyισμός καλό είναι να αποφεύγεται και εννοείται ότι το review που θα διαβάσετε στη συνέχεια θα είναι αναλυτικό και δεν θα χαϊδέψει τα αυτιά κανενός. Ο Grave είναι πράγματι ένας από τους αγαπημένους μου anime/manga/videogame χαρακτήρες αλλά όση αδυναμία και να του έχω δεν θα τον αφήσω να με επηρεάσει. Η σειρά Gungrave για τους μη γνώστες έχει 20 χρόνια στη πλάτη της με τη πρώτη ομώνυμη κυκλοφορία το 2002 στο PlayStation 2. Με τη βοήθεια των fans απέκτησε τη δική του σειρά anime, ένα sequel το 2004 και δυο VR τίτλους πριν από 4 χρόνια. Πίσω από αυτό το εγχείρημα κρύβεται ο μοναδικός Yasuhiro Nightow ο οποίος σε συνεργασία με τον Kosuke Fujishima κατάφερε να δώσει στη σειρά αυτό το ξεχωριστό και badass στυλ.

STORY ή SORRY;

Τα games της σειράς Gungrave, ακόμη κι αν έχετε παρακολουθήσει τη σειρά anime, είναι κάπως ότι να’ ναι όσον αφορά το σενάριο. Υπάρχει ένα υποτυπώδες story αλλά ταυτόχρονα προκύπτουν χιλιάδες ερωτηματικά όπως: «ποιος, πού, πώς, γιατί, μα δεν, αλλά…» και ακόμη τόσα επιφωνήματα και λέξεις. Για τα τυπικά το Gungrave GORE συνεχίζει να εξιστορεί τις περιπέτειες του Brandon Heat (aka Beyond the Grave, aka Grave) και της ομάδας του. Ο Grave έχει στόχο να ταξιδέψει στη Scumland και να αντιμετωπίσει τη Raven Clan ενώ ταυτόχρονα θέλει να εξολοθρεύσει μια για πάντα και την παραγωγή του SEED, ενός εξωγήινου ναρκωτικού που μεταμορφώνει τους χρήστες του σε απόκοσμα τέρατα.

Στα χαρτιά φαίνεται οκ, μια από τα ίδια, δε διεκδικεί βραβείο πρωτοτυπίας, Oscar ή game award. Στην εκτέλεση όμως προκύπτουν όλα τα παραπάνω ερωτήματα και επιφωνήματα που προανέφερα. Αλλά για του λόγου το αληθές, το σενάριο -πέρα από αυτό του anime που ειλικρινά ήταν αρκετά καλό και με ανατροπές- περνά σε δεύτερη μοίρα καθώς το Gungrave GORE είναι για ακόμη μια φορά ένα κλασσικό Γκράν Γκινιόλ άμυαλης αλλά ανελέητης shooting δράσης. Το “story” διαθέτει 31 κεφάλαια στο σύνολο στα οποία σκοπός σας είναι να τηρείτε το ρητό «Πρώτα πυροβολούμε και μετά δεν ρωτάμε».

ΚΑΤΑΙΓΙΣΜΟΣ ΠΥΡΟΒΟΛΙΣΜΩΝ

Το νέο sequel της σειράς δεν δίνει δεκάρα για τις νέες εξελίξεις και τα trends της βιομηχανίας και προσφέρει μια ξεκάθαρα old-school εμπειρία που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως third-person bullet hell action shooter. Θα μπορούσατε να το συγκρίνετε με FPS όπως το Serious Sam αλλά και πάλι δεν θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω παρόμοιο. Αντιθέτως, σκεφτείτε ένα DMC με τη διαφορά ότι εδώ κυριαρχεί το shooting στοιχείο καθώς πρωταγωνιστούν τα δίδυμα πιστόλια του Grave ενώ το φέρετρο που κουβαλά σαν melee όπλο έχει σχεδόν το ρόλο του κομπάρσου. Συγκρίνοντάς το μάλιστα με τη πρώτη κυκλοφορία που είχα βάλει πρόσφατα σαν retroλάγνος, το gameplay έχει μείνει ως προς το πυρήνα του απαράλλαχτο. Τολμώ να πω ότι αφήνοντας τη cell-shaded αισθητική στο παρελθόν και χρησιμοποιώντας πλέον την Unreal Engine 4 θα μπορούσε να πει κάποιος ότι έχει γίνει απλά ένα reskin με μοντέρνα γραφικά. Ευτυχώς όμως, δεν είναι μόνο αυτό.

Κατά κύριο λόγο πρωταγωνιστής του gameplay είναι οι ατέλειωτοι καταιγιστικοί πυροβολισμοί. Η σκόπευση είναι ως επί το πλείστον αυτόματη καθώς ο Grave lock-άρει στο κοντινότερο στόχο αλλά μπορείτε να κάνετε εφόσον επιθυμείτε lock-on με το L1. Επιπλέον, ο Grave έχει στη διάθεσή του μια νέα κίνηση -σαν το spear του Scorpion από το MK- με την οποία μπορείτε να εκτοξεύσετε μια αλυσίδα από το φέρετρο και να αρπάξετε κάποιον εχθρό και να τον εκτελέσετε, να τον πετάξετε ή να τον χρησιμοποιήσετε ως ασπίδα. Τα Demolition shots δηλώνουν ακόμη ηχηρό παρόν με νέες προσθήκες που πέρα από μεγάλη ζημιά αναπληρώνουν και ένα μικρό κομμάτι της health bar.

Αφού ολοκληρώσετε κάθε linear level αξιολογείται η επίδοσή σας και ανάλογα το σκορ σας κερδίζετε πόντους με τους οποίους μπορείτε να αναβαθμίσετε τα stats του Grave ή να ξεκλειδώσετε κάποιο νέο combo ή demolition shot. Για το πολυπόθητο S Rank θα πρέπει να είστε άριστοι σε όλα τα specs, δηλαδή εξόντωση όλων των εχθρών, health bar στο φουλ, πολύ σύντομος χρόνος ολοκλήρωσης και υψηλό Beat και Art σκορ. Λέγοντας Beat φυσικά αναφέρομαι στην υπηρεσία ταξί και όχι στην αλυσίδα μικρογευμάτων/καφέ. Και πριν αναρωτηθείτε “Τι λέει ετούτος ωρέ;” θα σας εξηγήσω τι είναι το Beat στο Gungrave. Ουσιαστικά πρόκειται για τον μετρητή των combo o οποίος αυξάνεται κάθε φορά που οι σφαίρες σας βρίσκουν στόχο σε έναν εχθρό ή σε κάποιο destructible αντικείμενο όπως κιβώτια, βαρέλια και παρκαρισμένα οχήματα.

Και ενώ εκ πρώτης όψεως ακούγεται και φαίνεται εύκολο να τον διατηρήσετε σε υψηλά νούμερα η ταχύτητα και οι κινήσεις του Grave είναι δυστυχώς σε αρκετά χαμηλό επίπεδο και αρκετές φορές το Beat meter θα μηδενίζεται εξαιτίας του. Ίσως να φταίει το γεγονός ότι κουβαλάει ένα τεράστιο μεταλλικό φέρετρο στη πλάτη του! Πέρα από τη πλάκα, κάθε φορά που εξολοθρεύετε ένα χώρο με εχθρούς και σε συνδυασμό με τη δυσκαμψία του αντιήρωα μας, δεν θα μπορέσετε να κρατήσετε το Beat σας καθώς είτε δεν προλαβαίνετε να πάτε στο επόμενο wave είτε δεν θα υπάρχουν αντικείμενα για να διαλύσετε στο διάβα σας. Υπάρχουν και αρκετά κενά δωμάτια και διάδρομοι τους οποίους αν ακολουθήσετε θα χάσετε όχι μόνο το Beat σας αλλά και το χρόνο σας καθώς δεν υπάρχει ίχνος από collectibles ή pick-ups. O μοναδικός τρόπος ή έστω ο πιο πιθανός τρόπος διατήρησής του είναι μόνο αν καταφέρετε και αναβαθμίσετε αρκετές από τις ικανότητες του Grave.

ΜΠΑΜ ΜΠΟΥΜ! ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΘΑ ΕΞΟΝΤΩΘΟΥΝ!

Ναι, καλά διαβάσατε, αλλά το ίδιο εύκολο μπορεί να εξοντωθεί και η υπομονή σας. Καλώς ή κακώς, το gameplay του Gungrave GORE δεν διαφέρει και έτη φωτός μακριά από την original έκδοση αλλά και τις μετέπειτα κυκλοφορίες του. Το ίδιο συμβαίνει και με τον χειρισμό του παιχνιδιού ο οποίος δε συμβαδίζει με τα standards των σύγχρονων παιχνιδιών. Έτσι είναι εμφανέστατη η κάπως δυσκινησία του Grave στο χώρο, όχι τόσο στη διάρκεια των μαχών αλλά όσων αφορά κάποια light platform σημεία του παιχνιδιού. Αξέχαστο και για πάντα χαραγμένο στη μνήμη μου θα παραμείνει το επίπεδο του τρένου όπου ο χαρακτήρας μας πρέπει να αποφύγει εισερχόμενες προειδοποιητικές πινακίδες, να εξοντώσει ταυτόχρονα τους εχθρούς και να αποφύγει νάρκες. Ένα λάθος να κάνετε και το πιθανότερο είναι να χάσετε με instadeath καθώς μπορεί να πέσετε στις ράγες! Σε μετέπειτα levels υπάρχουν γκρεμοί οι οποίοι δεν φαίνονται και μέσω trial/error καταστάσεων θα μπορέσετε να τους αποφύγετε. Δεν θα ήταν τόσο εκνευριστικό αλλά το γεγονός ότι πρέπει να ξαναρχίσετε από το checkpoint και να ξεπαστρέψετε ορδές εχθρών ξανά και ξανά για να χάσετε σε ένα κατά τ’ άλλα ελεεινό σημείο κουράζει ακόμη και τον πιο υπομονετικό.

Η δυσκολία του τίτλου είναι κάπως unbalanced καθώς σε κάποια επίπεδα οι ικανότητες του Grave κρίνονται ως ανεπαρκείς καθώς η ζημιά που κάνετε είναι λιγότερη σε σχέση με τη ζημιά που δέχεστε από τους εχθρούς σας, ειδικά στα τελευταία επίπεδα. Ακόμη, κάποιες boss αναμετρήσεις είναι άδικες καθώς ακόμη και στα loading screens όπου αναγράφονται κάποια hints και tips δεν ισχύουν καθώς ο χαρακτήρας σας δεν έχει προλάβει ακόμη να αναβαθμιστεί ή να αναβαθμιστεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις των καταστάσεων. Η λύση βρέθηκε μεν αλλά ζόρικα δε. Μετά από σχεδόν 15-17 ώρες ενασχόλησης συνειδητοποίησα ότι το κυριότερο πράγμα που πρέπει να αναβαθμίσετε είναι σίγουρα η ζημιά που προκαλούν τα διπλά σας πιστόλια, η health bar και η ασπίδα σας. Αναβαθμίζοντας όλα αυτά στο max κατάφερα με μια μόλις προσπάθεια να περάσω 8 levels σε μόλις 40 λεπτά εκ των οποίων το ένα ήταν αυτό με το τρένο που είχα κοντέψει πριν να σφηνώσω το DualSense στο κρανίο μου και να φωνάξω με κλάματα και λυγμούς: «ΓΙΑΤΙ ΘΕΕ ΜΟΥ ΓΙΑΤΙΙΙΙΙΙΙΙ;;;».

ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΕΛΕΤΩΝ: GRAVE

Η δουλειά που έχει γίνει στα γραφικά είναι εξαιρετική αν και κάποια levels δεν έχουν υποστεί την ίδια μεταχείριση. Για παράδειγμα, τα επίπεδα της ζούγκλας και το περιβόητο επίπεδο με το… τρένο οπτικά φαίνονται αρκετά πιο φτωχά κα πρόχειρα σε σχέση με αυτά του Tokyo ή των αρχικών επιπέδων. Οι χαρακτήρες είναι όμορφα σχεδιασμένοι και τα particle effects σπέρνουν με τις εκρήξεις και τον καταιγισμό σφαιρών να φέρνουν μόνο χαμόγελα και ικανοποίηση στο πρόσωπό μου. Τα bosses διαθέτουν αρκετές λεπτομέρειες και γενικά οι εχθροί είναι οκ.

Αυτό όμως που σίγουρα γίνεται αντιληπτό είναι η έλλειψη ποικιλίας όσων αφορά τους εχθρούς. Μέχρι το δέκατο επίπεδο θα έχετε δει σίγουρα το 90% των εχθρών που μπορεί να σας πετάξει η Iggymob στις οθόνες σας αλλά γενικά αυτή η έλλειψη επικρατεί και στο gameplay. Ακόμη κι αν αποκτήσετε όλα τα Demolition shots θα συνειδητοποιήσετε ότι δεν χρειάζονταν καν καθώς η αρχική επιλογή τελικά είναι χρηστικά και η καλύτερη. Τα combos με το φέρετρο και τα executions ουσιαστικά προσφέρουν το ίδιο αποτέλεσμα αλλά με διαφορετικά animations κ.ο.κ.

Οι πυροβολισμοί, οι εκρήξεις και η μουσική κυμαίνονται σε αρκετά καλό επίπεδο με την industrial metal και techno/synthwave να συνοδεύει ευχάριστα τη προσγείωση των άπειρων σφαιρών στα άμοιρα κορμιά των εχθρών αλλά αυτό που κλέβει τη παράσταση είναι σίγουρα το voice-acting. Με την κακή έννοια. Πέραν του Grave -που συνολικά ξεστομίζει σε όλο το παιχνίδι 2-3 συνολικά ατάκες- και ενός ηθοποιού που υποδύεται ένα από τα bosses (Ganpo) το υπόλοιπο cast είναι τόσο κακό που κουράζει ακόμη και τους b-movie fans! Ειδικά ο ηθοποιός που υποδύεται τον επιστήμονα που βοηθάει τον Grave είναι λες και του είπαν «Φίλε διάβασε αυτό μονοκόμματα χωρίς τόνο και χωρίς συναίσθημα». Τραγικό. Η εισαγωγή του παιχνιδιού ξεκινά τόσο δυνατά και χαντακώνεται αρκετά από αυτή τη κακή και προφανώς πρόχειρη επιλογή ηθοποιών. Επιπλέον, η φωνή της Quartz (η ποια;) που σας δίνει κάποια info μέσω του DualSense καταντά εκνευριστική καθώς επαναλαμβάνει τις ίδιες ατάκες ξανά και ξανά. Ευτυχώς που υπάρχει η δυνατότητα για απενεργοποίηση!

Στα του χειρισμού, ως old-school gamer συνήθισα τον έλεγχο σε λίγα μόλις λεπτά αλλά το συνεχές πάτημα του R2 για τους πυροβολισμούς άρχισε να κουράζει το δάχτυλο μου αλλά ταυτόχρονα με προβλημάτιζε για το αν θα τη βγάλει καθαρή το DualSense! Για καλή μου τύχη, με ένα update προστέθηκε η επιλογή για auto όποτε όλα καλά. Πατημένο πλέον το R2 θέριζε ατάραχα κόσμο και κοσμάκη! Βέβαια λόγω του κακού χαμού το controller έχανε σύντομα τη μπαταρία του αλλά χαλάλι.

Αξίζει να αναφερθεί ότι σε δύο μόλις επίπεδα θα χειριστείτε κι άλλους δυο χαρακτήρες, τον Bunji, που χρησιμοποιεί κι αυτός πιστολοτεχνικές σαν του Grave και την ενοχλητική Quartz που προανέφερα η οποία χρησιμοποιεί melee επιθέσεις. Σίγουρα δεν φέρνουν και την επανάσταση αλλά θα ήταν ευχάριστη προσθήκη η δυνατότητα επιλογής τους (ή έστω μόνο του Bunji) εφόσον ολοκληρώνατε το campaign. Αλλά…

ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ

«Αυτός ο τάφος θα γίνει ο τάφος σας!» αναφώνησα αφού εξολόθρευσα το τελευταίο boss που ήταν και το ευκολότερο σε όλο το παιχνίδι. Και αυτό ήταν το Gungrave GORE Ένα άμυαλο και ξεπερασμένο για αρκετούς action shooter το οποίο δεν διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας αλλά θα μπορούσε με λίγη παραπάνω δουλειά να είναι ένα από αυτά τα αξέχαστα cult διαμαντάκια που ήταν τα προηγούμενα games στο PlayStation 2. Η αχίλλειος πτέρνα του ίσως να οφείλεται και στο γεγονός ότι οι developers προσέθεσαν μεγαλύτερη διάρκεια σε έναν τίτλο που δεν τη χρειαζόταν καθώς αρκετοί casual gamers πιθανόν να βαρεθούν όταν μετά από τη 10η ώρα συνεχίζουν να κάνουν τα ίδια και να αντιμετωπίζουν τους ίδιους εχθρούς και τα ίδια προβλήματα σε επανάληψη.

Bullets? Σίγουρα. Beauty? Εντάξει. Badass? Δυστυχώς δεν απευθύνεται σε όλους. Μερικοί θα θεωρήσουν το gameplay μονότονο, άλλοι θα αναρωτιούνται γιατί έπαθαν επιληψία και αρκετοί δεν θα καταλαβαίνουν τι γίνεται στις οθόνες τους. Για μένα αποτελεί σίγουρα ένα από τα guilty pleasures της χρονιάς καθώς φημίζομαι για τη λατρεία που έχω για ξεπάστρεμα εχθρών με καταιγισμό σφαιρών. Είναι διαθέσιμο και στο Game Pass για όσους θέλουν να το δοκιμάσουν και να δουν αν θα τους φέρει ικανοποίηση το RT πατημένο με την εισαγωγή του Grave στο Burst mode που μόνο χαμόγελα χαρίζει.

Ευχαριστούμε πολύ την Enarxis Dynamic Media για την παροχή του review copy!

Το Gungrave GORE είναι ένα οld-school arcade third-person shooter με υψηλή πρόκληση, που ναι μεν διαθέτει υψηλό replayability, αλλά το gameplay του και η έλλειψη ποικιλίας θα αποθαρρύνουν αρκετούς gamers από το να το ολοκληρώσουν.

6.5
Μάρκος Ασκανιάν's Avatar

Μάρκος Ασκανιάν

Γεννημένος στα '80s, έχω ζήσει όλη την εξέλιξη της βιομηχανίας και πάντα ψάχνω κάτι που θα με εκπλήσσει.