ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Ελλάδα info@savethegame.gr

Sony PlayStation VR2 | Review

Άλμα στην εικονική πραγματικότητα.

Οι φιλοδοξίες της Sony στην εικονική πραγματικότητα δεν σταμάτησαν στο πρώτο PlayStation VR και ούτε έπρεπε κατά τη γνώμη μου. Το πρώτο της VR headset μπορεί να μας συστήθηκε με ειλικρίνεια όσον αφορά στις αδυναμίες του (συνδεσμολογία, όγκος, υποστήριξη παιχνιδιών), όμως ήταν ένα καλό πρώτο ερέθισμα για το PlayStation κοινό, απέναντι σε μία διαφορετική ψυχαγωγική δίοδο. Έχοντας πουλήσει 5 εκατομμύρια κούτες – ή τουλάχιστον εκεί μείναμε στα τέλη του 2019 – φάνηκε να υπάρχει διάθεση από τους καταναλωτές να στηρίξουν το εν λόγω εγχείρημα του PlayStation, δίνοντας έμμεσα το πράσινο φως στους Ιάπωνες κατασκευαστές να προχωρήσουν σε ένα πιο εξελιγμένο σύστημα. Μετράω 10 ημέρες χρήσης του PlayStation VR2 και σας διαβεβαιώ πως η απόσταση προόδου ανάμεσα στα δύο hardwares είναι πολύ μεγαλύτερη ενός βήματος.


Όπως μ’ αρέσει να πράττω στα hardware reviews μου, θα ξεκινήσω την περιγραφή από το άνοιγμα της συσκευασίας: Unboxάροντας το PS VR2 θα διαπιστώσετε πως το κουτί του έχει σχηματιστεί έτσι ώστε να αποτελεί «φωλιά» του προϊόντος, κάτι διόλου καινοτόμο, αλλά αγνοημένο στην περίπτωση του προκατόχου του, εφόσον το πρώτο PS VR έπρεπε να επιστρέψει στο κουτί του εντελώς χύμα και άνευ πρακτικότητας. Πλέον, η αρχική συσκευασία του PS VR2 είναι χαραγμένη έτσι ώστε τόσο το headset όσο και τα βοηθητικά χειριστήρια να έχουν συγκεκριμένη θέση, λύνοντας κάθε ανησυχία μας περί επανατοποθέτησης και αποθήκευσης σε ασφαλέστερο σημείο. 

Ακριβώς όπως το DualSense ήταν η πρώτη συσκευή που αδημονούσα να κρατήσω στα χέρια μου κατά την παραλαβή του PS5 μου, έτσι συνέβη και με τα Sense Controllers όταν άδειαζα το φυσικό οικοσύστημα του PS VR2. Τοποθετώντας τα στις λαβές μου βίωσα κάτι πολύ οικείο, έχοντας κρατήσει παρόμοια χειριστήρια, όπως αυτά του Meta Quest 2, αλλά τα συγκεκριμένα (του PS VR2) έδιναν μία πιο καλοζυγισμένη αίσθηση. Η σφαιροποίηση του σχεδιασμού τους φαίνεται πως αποσκοπούσε σε αυτό ακριβώς, τη λειτουργικότερη μοιρασιά του βάρους σε όλη την επιφάνεια των ασύρματων χειριστηρίων. «Κάθισαν» πάρα πολύ άνετα στις παλάμες μου, ήταν άκρως ελαφριά αλλά και συμπαγή συγχρόνως.

Παρά το γεγονός ότι απλώνουν κατά το ήμισυ την κατανομή των κουμπιών τους, ήταν πολύ εύκολο να συνηθίσω τη δομή τους και να προχωρώ στο ενστικτώδες πάτημα του επιθυμητού input. Μοναδικό παράπονο, οι θέσεις και η μορφή των L1/R1, εφόσον βρίσκονται σε σημεία που μόνο το μεσαίο δάχτυλο – conveniently – μπορούσε κάπως να τα πατήσει, κάτι που επιβεβαίωσα και εν χρήσει. Γενικά όμως, τα Sense Controllers στέκονται εξαιρετικά από μορφολογικής απόψεως, εφόσον επιτρέπουν ελεύθερα τις κινήσεις των δακτύλων και παλαμών, χωρίς καμία ανησυχία τραυματισμού ή καταπόνησης των φαλάγγων ή του μετακαρπίου αντίστοιχα. «Η ασφάλεια είναι η πρώτη προτεραιότητα», όπως έλεγε μία ψυχή, και τα Sense χειριστήρια κρύβουν εσώπλευρα ένα κορδονάκι tire-up λογικής, για να διασφαλίσουν την προστασία τόσο των χεριών όσο και των ίδιων των συσκευών από πτώσεις.

Προχωράμε στο αντικείμενο-πεμπτουσία του όλου πακέτου, το ίδιο το VR headset. Αυτό είναι, σχεδιαστικά, εμφανώς εμπνευσμένο από όλη την γκάμα προϊόντων του PS5, αναφορικά στην στρογγυλότητα που το χαρακτηρίζει και στη διχρωμία του. Η πρώτη ανακούφιση, άσχετα που το γνώριζα εκ των προτέρων, ήρθε στη συνάντηση με το ένα και μοναδικό καλώδιο (type-C απόληξης) για τη σύνδεση με την κονσόλα. Θα μου πείτε, σίγουρα υπάρχουν VR συσκευές στην αγορά που είναι εξ ολοκλήρου ασύρματες, αλλά μόνο στη σκέψη ότι το πρώτο PS VR απαιτούσε τουλάχιστον απολυτήριο λυκείου για να τεθεί έτοιμο, δεν μπορώ παρά να να σταυροκοπιέμαι ικανοποιημένος από τούτη τη single-cord κατεύθυνση που επιλέχθηκε. Μάλιστα, το καλώδιο διαθέτει τιμιότατο μήκος, που δεν θα ενοχλήσει πιθανότατα σε κανένα περιβάλλον ορθοστατικού gaming (μπορείτε να παίξετε και καθιστοί).

Το δεύτερο ανακουφιστικό ξεφύσημα ήρθε κατά την τοποθέτηση της συσκευής στο προοριζόμενο σημείο της κεφαλής μου. Δεν χρειάστηκα ιδιαίτερο χρόνο για να αντιληφθώ πως φορούσα ένα σαφώς πιο άνετο και ελαφρύτερο «κράνος», με περισσότερες επιλογές προσαρμοστικών ρυθμίσεων στην επιφάνειά του. Ευχάριστη προσθήκη το καντράν ρύθμισης των φακών, που επιτρέπει την αυξομείωση της απόστασης ανάμεσα στις δύο διαδρομές των ματιών. Μέσα στα ελαστικά τοιχώματα του PS VR2 παρατήρησα πως τα γυαλιά μου χωρούσαν με λιγότερη πίεση από ό,τι στο προηγούμενο PlayStation VR, ενώ όλο το μπροστινό «κουτί» πηγαινοέρχεται τόσο ώστε να δίνει στον χρήστη τη γωνία θέασης που είναι πιο λογική για τον αμφιβληστροειδή του. Προτιμώ επίσης all-day το μέρος που τοποθετούνται τα ακουστικά που εμπεριέχονται στη συσκευασία, όπως και τις άκρες προσωρινής τους φιλοξενίας.

Ο προκάτοχός του ήταν πιο κοντά στην κατηγορία της – συγχωρέστε με για την έκφραση – γκουμούτσας. Αν και έκανε μια χαρά τη δουλειά του, βάζοντάς το εναλλάξ με το PS VR2 μπόρεσα να συλλάβω πολύ καλύτερα το πώς το νέο σύστημα αποφεύγει περίτεχνα να είναι ασφυκτικό ή να φαντάζει πλαστικό. Είναι πολύ πιο εργονομικό, πολύ πιο σταθερό, πολύ πιο εύχρηστο στον τρόπο με τον οποίο φοριέται και αφαιρείται ανά πάσα στιγμή. Δεν το βρήκα καθόλου κουραστικό στον τρόπο που περίκλειε το κρανίο μου, ούτε σε περιπτώσεις πολύωρης ενασχόλησης, κάτι που επίσης θεωρούσα ψεγάδι του πρώτου PS VR, εφόσον κατέληγα ιδρωμένος παρέα του. Στην περίπτωση όπου αποφεύγετε το PS VR2 λόγω της κατασκευαστικής προϊστορίας σας με την προηγούμενη απόπειρα της Sony, σας συνιστώ να το επανεξετάσετε.

Ως είθισται, το μεγάλο τεχνολογικό άλμα περιμέναμε – και όφειλε – να πραγματοποιηθεί στο λογισμικό του PS VR2, εφόσον μεσολάβησε μία εξαετία ανάμεσα σε αυτό και την προηγούμενη VR προσπάθεια του PlayStation.

Ξανά, δεν χρειάστηκε σχολαστικός έλεγχος για να αντιληφθούμε πόσο προηγμένο είναι, πάντα σε σύγκριση με το προϋπάρχον. Πίσω στο 2016 ασχολούμασταν με PlayStation Cameras και λυχνίες απάνω στο headset. Το νέο VR2 χρειάζεται μία τηλεόραση μόνο για τις αρχικές διαμετρήσεις και μετά από αυτές εξαρτάται πια μόνο από ένα αναμμένο PS5. Ακόμα και το calibr-άρισμα του αξιοποιήσιμου γύρω χώρου και των μοχλών, έχει ταιριάξει στα πρότυπα των υπερσύγχρονων VR headsets, με απλές – οριακά διασκεδαστικές – διαδικασίες και αξιοζήλευτη ακρίβεια. Επιτέλους, υπάρχει και see-through επιλογή, που ξεκλειδώνει τη δυνατότητα πραγματικής παρατήρησης του τριγύρω περιβάλλοντος ακόμα και κατά τη χρήση του VR headset, ώστε να μπορούμε με άνεση να επανατοποθετηθούμε στο play area που έχουμε θέσει ή να πιάσουμε/αφήσουμε περαιτέρω αντικείμενα/εμπόδια.

Η ερώτηση που (μάλλον;) περιμένετε περισσότερο από όλες να απαντηθεί είναι (υποθέτω) πόσο καλύτερη εικόνα είναι ικανό να προσφέρει το PS VR2. Πολύ. Πάρα πολύ. Φοβερά πολύ. Αναφέρομαι τόσο στην περιήγηση στα menus και το PS5 UI, όσο και εντός των όσων παιχνιδιών που ευλογήθηκα να τεστάρω. Όσο αναμενόμενο και αν ήταν το αποτέλεσμα βάσει των benchmark-ικών πινάκων που ανέγραφαν μήνες τώρα τις προδιαγραφές του, η πρώτη οπτική επαφή με κάποιο video game που μπορεί να απορροφήσει τα μέγιστα από την ισχύ του (Horizon Call of The Mountain, Gran Turismo 7, Resident Evil Village) δεν απέτυχε στο να με εκπλήξει. Η βελτίωση στην έξοδο του PS VR2 είναι οφθαλμοφανέστατη, δείχνοντας σε κάθε ψηφιακή διάσταση των φακών του πως σκαρφαλώσαμε απότομα από τα 720p σε 4K αναλύσεις. Οι δημιουργοί του κάθε άλλο παρά αστειευόντουσαν όταν μιλούσαν για 2000×2040 pixels ανά οφθαλμό, υποστήριξη HDR χρωμάτων και OLED displays. Η καθαρότητα των εικόνων του, το ύψος των frame rates που μπορεί να διατηρήσει, συνδυάζονται προς μία πολύ πιο εντυπωσιακή εμπειρία, που αποφεύγει συγχρόνως – όσο γίνεται – το ενδεχόμενο ζαλάδας.

Δεν έχω δυστυχώς πιο Digital Foundry προσόντα για να σας περιγράψω με ακόμα πιο εξειδικευμένη σαφήνεια το πόσο πιο αρεστό είναι στο μάτι το 110o  πεδίο προβολής ή την αύξηση της ευκρίνειας που εντόπισα. Μπορώ όμως να αναφέρω το χαρακτηριστικό που με συγκλόνισε περισσότερο, αφενός με την ύπαρξή του και αφετέρου με το πόσο άρτια υλοποιημένο εμφανίστηκε. Eye-Tracking, ladies and gentlemen, ελληνιστί: η τεχνολογία παρακολούθησης των κινήσεων του ματιού. Άμεσο, ακριβές, διεκπεραιωτικό. Αποσβολώθηκα στη συνειδητοποίηση πως οι κόρες των ματιών μου μετατράπηκαν, υπό μία έννοια, σε αναλογικά κατεύθυνσης και πλήκτρα επιλογών. Δεν πίστευα στα μάτια μου (pun not intended) παρατηρώντας το πόσο εύκολα – και με καμία παρεμβολή ή δυσλειτουργία – μπορούσα να περιηγηθώ στα μενού ή να στοχεύσω αποκλειστικά κοιτώντας στην επιθυμητή κατεύθυνση. Τώρα ειδικά που έχω συνηθίσει τη λειτουργία του, όλη η ανταλλαγή εντολών με τη διεπαφή του PS VR2 είναι πραγματικά άκοπη.

Ομολογώ πως δοκίμασα πολύ πρόχειρα τα όσα έχει να προσφέρει το Cinematic Mode, μία εναλλακτική που θεωρώ ότι δεν θα απασχολήσει πολύ τους αγοραστές του PS VR2, εφόσον απλά εισάγει μία παραπάνω διάσταση στη βασική χρήση του PS5. Δεν νομίζω πως ο μέσος χρήστης θα το πολύ-αξιοποιήσει, όπως και δεν πιστεύω πως θα εντυπωσιαστούν πολλοί από τη μεταφορά των τεχνολογιών του DualSense στα DualSense σκέτο. Με εξαίρεση το Horizon Call of the Mountain, που έκανε μία-κάποια χρήση της αντίστασης των σκανδαλών ή μερικών haptics, τα παραπάνω φάνηκαν να χρησιμοποιούνται πολύ τυπικά. Και αυτό είναι το μοναδικό ατόπημα των Sense Controllers, αφού κατά τα άλλα έχουν άριστη επικοινωνία με το headset, παρουσιάζουν ακλόνητη σύζευξη και αναγνωρίζονται κινησεολογικά χωρίς αποκλίσεις.


Στο παρασύνθημα, το PS VR2 «στοκάρει» αρκετές κατασκευαστικές και – κυρίως – λειτουργικές «τρύπες» του πρώτου PS VR. Αναδιαμορφώνει το βασικό εξάρτημα σε κάτι πιο «αδύνατο» και πρακτικό για το σκέπασμα του ανθρώπινου κεφαλιού, συνδέεται με μιας και προσφέρει άφθονες softwar-ικές αλλαγές/προσθήκες, προς εξυπηρέτηση της ομαλότερης χρήσης του, όπως και της επιστροφής πολύ πιο ρεαλιστικών εικόνων. Τα δε χειριστήριά του διαθέτουν μπόλικο potential – άπαξ και υπολογίζονται από τους developers – γλιστρώντας με φυσικότητα στις κατάλληλες θέσεις των χεριών μας και επιτρέποντας σε κάθε είδους VR game να παιχτεί στις συνθήκες τους. Είναι πράγματι μία πολύ πιο «ηχηρή» άφιξη από το PS VR και – θα σας κουφάνω τώρα – είναι και αρκετά άξιο της τιμής του. Καταλαβαίνω πως τα 599.99€ στα οποία διατίθεται δεν είναι και καθημερινή δαπάνη, όμως σας συνιστώ να κάθεστε αναπαυτικά αν μπείτε στη διαδικασία να ελέγξετε τα κόστη των VR headsets που αντιστοιχούν τα χαρακτηριστικά του PS VR2.

Το μεγάλο στοίχημα για την ενδεχόμενη επιτυχία του PS VR2 είναι η υποστήριξή του από παιχνίδια, τόσο από τα PlayStation Studios όσο και από τρίτους συνεργάτες. Το launch line-up είναι αρκετά ισχυρό και αν δούμε περισσότερες top-tier ομάδες του PlayStation, όπως η Guerrilla, να προβαίνουν σε VR απόπειρες, σίγουρα θα καταστήσουν το PS VR2 αρκετά πιο θελκτικό στα μάτια των κατόχων PS5.

σ.σ. Τη γνώμη μας για τα PS VR2 games που παίξαμε θα τη δείτε σε μελλοντικά reviews και στήλες στην ιστοσελίδα μας!

Ευχαριστούμε πολύ το PlayStation Greece για την παροχή του προϊόντος!

Γιάννης Σιδηρόπουλος's Avatar

Γιάννης Σιδηρόπουλος

Παίζω games από όταν δεν μίλαγα καλά-καλά και ακόμα προσπαθώ να καταλήξω στο αγαπημένο μου είδος.